Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2025

Κυριακὴ ΙA΄ Λουκᾶ – Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 14 Δεκεμβρίου 2025

 


ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΔ´ 16 - 24



16 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· Ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα, καὶ ἐκάλεσε πολλούς· 17 καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα. 18 καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες, ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. 19 καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. 20 καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν. 21 καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα. τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ῥύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε. 22 καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. 23 καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· Ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκός μου. 24 λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΒ´ 14 - 14


14 πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοὶ, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί.


ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΔ´ 16 - 24


16 Ὁ δὲ Ἰησοῦς διὰ νὰ διδάξῃ, ποίας ἀρετὰς πρέπει νὰ ἔχῃ κανεὶς διὰ νὰ συμμετάσχῃ εἰς τὴν αἰωνίαν εὐφροσύνην τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, εἶπε πρὸς αὐτόν· Κάποιος ἄνθρωπος ἔκαμε βραδυνὸν συμπόσιον μεγάλο καὶ ἐκάλεσε πολλούς. Ἡ χαρὰ καὶ ἀπόλαυσις δηλαδὴ τῆς αἰωνίου βασιλείας παραβάλεται πρὸς δεῖπνον μεγαλοπρεπές, ποὺ ἐτοίμασεν ὁ Θεὸς καὶ εἰς τὸ ὁποῖον ἐκάλεσε εἰς τὰς ἀρχὰς ὄχι ὅλους, ἀλλὰ πολλούς, τουτέστι τοὺς Ἰουδαίους. 17 Καὶ κατὰ τὴν ὥραν τοῦ δείπνου ἔστειλε τὸν δοῦλον του, δηλαδὴ τοὺς εἰς ἐκάστην ἐποχὴν ἀπεσταλμένους τοῦ Θεοῦ, τότε δέ, ὅτε ἐλέγετο ἡ παραβολή, ἔστειλε τὸν Βαπτιστὴ πρῶτον καὶ τὸν Υἱόν του ἔπειτα, ὁ ὁποῖος ἔλαβε διὰ τῆς ἐνανθρωπήσεως μορφὴν δούλου. Τὸν ἔστειλε δὲ διὰ νὰ εἴπῃ εἰς τοὺς προσκαλεσμένους· Ἐλᾶτε, καὶ μὴ ἀναβάλλετε, διότι εἶναι πλέον ὅλα ἕτοιμα. 18 Καὶ ἤρχισαν οἱ προσκαλεσμένοι ἀπὸ μιᾶς γνώμης, σὰν νὰ ἦσαν προσυνεννοημένοι, νὰ δικαιολογοῦν τὴν ἀπουσίαν των ἀπὸ τὸ δεῖπνον. Ὁ πρῶτος εἶπεν· Ἠγόρασα κάποιο χωράφι καὶ ἔχω ἀνάγκην νὰ βγῶ ἔξω καὶ νὰ τὸ ἴδω· σὲ παρακαλῶ θεώρησέ με δικαιολογημένον καὶ ἀπηλλαγμένον τῆς ὑποχρεώσεως νὰ ἔλθω. 19 Καὶ ἄλλὸς εἶπεν· Ἠγόρασα πέντε ζευγάρια βώδια καὶ πηγαίνω νὰ τὰ δοκιμάσω. Σὲ παρακαλῶ συγχώρησε τὴν δικιολογημένην ἀπουσίαν μου. 20 Καὶ ἄλλος εἶπεν· Ἐπῆρα εἰς γάμον γυναῖκα καὶ δ΄ αὐτὸ δεν ἡμπορῶ νὰ ἔλθω. Δηλαδὴ οἱ προσκεκλημένοι ὅλοι ἀπερροφήθησαν ἀπὸ τὰς βιοτικὰς καὶ σαρκικὰς μερίμνας καὶ ἠδιαφόρησαν εἰς τὴν πρόσκλησιν τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος τοὺς ἐκάλει νὰ γίνουν συμμέτοχοι καὶ κληρονόμοι τῆς βασιλείας του. 21 Καὶ ἀφοῦ ἦλθεν ὁ δοῦλος ἐκεῖνος, διηγήθη εἰς τὸν κύριόν του τὰ ὅσα εἶπον εἰς αὐτὸν οἰ προσκαλεσμένοι. Τότε ὁ οἰκοκύρης ἐθύμωσε καὶ εἶπεν εἰς τὸν δοῦλον του· Ἔβγα γρήγορα εἰς τὰς πλατείας καὶ τὰ στενὰ τῆς πόλεως καὶ φέρε ἐδῶ μέσα τοὺς πτωχούς, τοὺς σακάτηδες καὶ χωλοὺς καὶ τυφλούς, ποὺ θὰ εὕρῃς ἐκεῖ. Κάλεσε δηλαδὴ τοὺς περιφρονημένους μεταξὺ τῶν Ἰσραηλιτῶν, ἀφοῦ οἱ ἐπίσημοι ἄρχοντες τοῦ Ἰσραὴλ ἀρνοῦνται νὰ δεχθοῦν τὴν σωτηρίαν, ποὺ τοὺς προσφέρει ὁ Μεσσίας. 22 Καὶ ὕστερα ἀπὸ ὀλίγον εἶπεν ὁ δοῦλος· Κύριε, ἔγινεν ὅπως διέταξες καὶ ὑπάρχει ἀκόμη τόπος ἀδειανὸς εἰς τὸ σπίτι διὰ νὰ προσκληθοῦν καὶ ἄλλοι. 23 Καὶ εἶπεν ὁ Κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· Ἔβγα ἔξω ἀπὸ τὴν πόλιν εἰς τοὺς δρόμους καὶ εἰς τοὺς φράκτας τῶν κτημάτων, ὅπου συνήθως μαζεύονται οἱ περιπλανώμενοι, οἱ ὁποῖοι δὲν ἔχουν σπίτι καὶ μόνιμον κατοικίαν, καὶ ἐπειδὴ αὐτοὶ θὰ διστάζουν ἐκ συστολῆς νὰ λάβουν μέρος εἰς τὸ δεῖπνον μου, παρακίνησε τοὺς ἐπιμόνως νὰ ἔμβουν ἐδῶ, διὰ νὰ γεμίσῃ τὸ σπίτι μου. Προσκάλεσε δηλαδὴ καὶ τοὺς ἐθνικοὺς νὰ λάβουν μέρος εἰς τὰ ἀγαθὰ τῆς βασιλείας τοῦ Μεσσίου. 24 Διότι σᾶς βεβαιῶ, ὅτι κανένας ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους τοὺς προσκαλεσμένους, ὄχι μόνον δὲν θὰ παρακαθήσῃ ἀλλὰ οὐδὲ κὰν θὰ γευθῇ τὸ δεῖπνον μου.

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΒ´ 14 - 14


14 Διότι πολλοὶ εἶναι οἱ καλεσμένοι εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, ὀλίγοι ὅμως εἶναι ἐκλεκτοί, ποὺ ἔχουν τὰς ἀρετάς, καὶ θὰ κληρονομήσουν τὴν βασιλείαν αὐτήν.

Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2025

ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 07/12/2025

 



ΚΥΡΙΑΚΗ Ι’ ΛΟΥΚΑ   07/12/2025

          «Και επέθηκεν αυτώ τας χείρας και παραχρήμα ανορθώθη και εδόξαζεν το Θεόν» (Λουκά ΙΓ’,13)

          Το περιστατικό εκείνο που ο Χριστός θεράπευσε μια γυναίκα «συγκύπτουσα» κυρτωμένη επί 18 χρόνια, μας διηγήθηκε σήμερα ο Ευαγγελιστής Λουκάς, αγαπητοί αδελφοί. Μια γυναίκα που δεν μπορούσε να σηκώσει το κεφάλι της επί τόσα χρόνια, περπατούσε με τα τέσσερα, σαν τετράποδο. Παρ’ όλα αυτά δεν παρέλειπε τον εκκλησιασμό της. Κάθε Σάββατο ήταν παρούσα στην Συναγωγή για να προσευχηθεί και να ακούσει το Λόγο του Θεού. Ενώ είχε δικαιολογία να μην πάει. Ούτε η συνείδησή της θα την έλεγχε, ούτε κανένας θα μπορούσε να την κατηγορήσει αν έμενε σπίτι της. Φωτεινό και ταυτόχρονα ελεγκτικό παράδειγμα για μας, που με το παραμικρό εμπόδιο, είμαστε έτοιμοι να μην πάμε στην εκκλησία.

          Αυτή τη φορά μάλιστα βραβεύτηκε από τον Θεό γι’ αυτή της την θυσία. Στην συναγωγή ήταν ο Χριστός και την θεράπευσε. Μόλις την είδε της είπε: «Γύναι απολέλυσαι της ασθενείας σου» κι αμέσως ανορθώθηκε. Μετά από 18 χρόνια, ξανασήκωσε το κεφάλι της και το σώμα της και είδε μπροστά. Και ποιόν είδε! Τον Μεσσία! Αυτόν που τόσα χρόνια περίμενε μαζί με όλους τους Εβραίους, τον Υιόν του Θεού. Τον Σωτήρα του κόσμου. Και δόξαζε τον Θεό.

          Εμείς, αγαπητοί αδελφοί, θα σταθούμε σε μια λεπτομέρεια αυτής της σκηνής, που μας περιγράφει ο Ευαγγελιστής. Στο ότι η δύναμη που έκανε το μεγάλο θαύμα, πέρασε μέσα από τα χέρια του Χριστού και διοχετεύθηκε στην κυρτωμένη ράχη της συγκύπτουσας και ανορθώθη  - έγινε καλά! Και σε άλλες περιπτώσεις βλέπουμε να χρησιμοποιεί ο Χριστός τα χέρια του και να κάνει θαύματα. Ο Λόγος Του σε συνεργασία με το άγγιγμα των χεριών Του θαυματουργούν. Να θυμηθούμε ότι σε ανάλογη περίπτωση, έβαλε τα δάκτυλά Του στα μάτια του τυφλού και ανέβλεψε. Σε άλλη περίπτωση έβαλε τα δάκτυλά Του στα αυτιά του κωφού και άνοιξε η ακοή του. Απλώνει το χέρι Του και ανασηκώνει το νεκρό παλληκάρι στην πόλη Ναΐν. Το ίδιο έκανε και στο πεθαμένο κοριτσάκι του Ιαείρου. «Κορίτσι μου, σήκω επάνω», της λέει και ταυτόχρονα την ανασηκώνει με τα χέρια Του και την παραδίδει ζωντανή στους γονείς της. Με τον ίδιο τρόπο ανασηκώνει το παλληκάρι που με το λόγο Του ελευθερώθηκε από τα δαιμόνια και με το χέρι Του το παραδίδει στον πατέρα του.

          Αυτήν την αόρατη δύναμη, δίνει στους Αποστόλους του ο Χριστός και οι Απόστολοι στους διαδόχους τους. Αυτήν την δύναμη παίρνουν οι ιερείς όλων των αιώνων, αγαπητοί αδελφοί, και την μεταδίδουν στους πιστούς. Μέσα από το χέρι του ιερέως διοχετεύεται η χάρις του Θεού στο μωράκι που για πρώτη φορά εκκλησιάζεται κατά την σαράντησή του. Με το ίδιο χέρι ευλογεί ο ιερέας το νερό της Βαπτίσεως. Αυτό το χέρι θα υψωθεί στην Αγία Τράπεζα και θα ευλογήσει τον άρτον και τον οίνον, για να μετατραπούν σε σώμα και αίμα Χριστού. Με αυτό το χέρι θα πιάσει την Αγία Λαβίδα ο ιερέας για να μας κοινωνήσει. Το ίδιο χέρι θα υψωθεί και θα σχηματίσει το σημείο του Σταυρού, για να μας χαρίσει την ειρήνη του Θεού.  «Ειρήνη πάσι», θα ακούσουμε από τον λαμπροφορεμένο ιερέα που εκείνη την ώρα είναι γεμάτος φως από το φως του Χριστού. Μέσα σ’ αυτό το χέρι κυκλοφορεί το αίμα του Χριστού και εμείς πηγαίνουμε να το ασπαστούμε με επίγνωση ότι δεν ασπαζόμαστε τον άνθρωπο ιερέα, αλλά τον ίδιο τον Χριστό που αξιώνει ανθρώπους να Τον εκπροσωπούν, όσο αμαρτωλοί κι αν είναι. Την ώρα που λειτουργεί ο ιερέας, δεν είναι ένας απλός – συνηθισμένος άνθρωπος. Είναι εκείνος που δανείζει το σώμα του στον Χριστό, για να επιτελούνται τα μυστήρια με τέτοιο τρόπο που να είναι προσιτός στους ανθρώπους. Και οι Άγγελοι ζηλεύουν τους ιερείς την ώρα των μυστηρίων, γιατί σ’ αυτούς, δεν έχει δοθεί η δυνατότητα να επιτελούν τα μυστήρια. Έκθαμβοι στέκονται γύρω από την Αγία Τράπεζα, όταν λειτουργεί ο ιερέας!!! Ούτε και ο ίδιος ο ιερέας μπορεί να κατανοήσει ότι παρά την αμαρτωλότητά του, επιτελεί έργο που ούτε οι Άγγελοι μπορούν να επιτελέσουν. Γι’ αυτό δεν καυχάται και δεν επαίρεται, αλλά κλινόμενος την κεφαλή ζητάει από τον Θεό να τον ενισχύσει στην επιτέλεση των μυστηρίων. Να τον συγχωρήσει και να κατακαύσει τα αμαρτήματά του με τη φωτιά της ιεροσύνης. Αλλά και απέναντι των ανθρώπων δεν αισθάνεται ο ιερέας, ότι είναι κάτι. Ντρέπεται γιατί γνωρίζει ότι πολλοί χριστιανοί είναι ανώτεροι πνευματικά απ’ αυτόν και γι’ αυτό, τρεις φορές κατά τη Θεία Λειτουργία, στρέφεται προς το εκκλησίασμα και ζητάει να τον συγχωρήσουν οι αδελφοί χριστιανοί! «Αδελφοί συγχωρήσατέ μοι», λέει, πριν σηκώσει τα Άγια και πριν κοινωνήσει. Το ίδιο επαναλαμβάνει και πρωί πρωί πριν μπει στο ιερό για να αρχίσει την ακολουθία. Εάν οι πιστοί θεωρούν την ιεροσύνη μεγάλο πράγμα, ο ιερέας την θεωρεί, όχι μόνο μεγάλο, αλλά και βαρύ πράγμα. Ασήκωτη είναι γι’ αυτόν η ευθύνη που φέρει στους ώμους του και την κάνει ακόμη βαρύτερη η συναίσθηση της αμαρτωλότητάς του και η συνειδητοποίηση της αναξιότητάς του. Γι’ αυτό ο εσταυρωμένος είναι απέναντι από την Αγία Τράπεζα, για να Τον βλέπει συνέχεια ο λειτουργός ιερέας και να ζητάει από τον Χριστό βοήθεια να σηκώνει το βάρος της ιερατικής του αποστολής. Γι’ αυτό είναι στην κόγχη του ιερού ζωγραφισμένη η Πλατυτέρα, για να νιώθει ο ιερέας ότι με υψωμένα τα χέρια της η Παναγία, παρακαλεί τον Υιό και Θεό της, να σκεπάζει τους ιερείς όταν επιτελούν την αναίμακτη θυσία.

          Αγαπητοί αδελφοί, ο Χριστός μας σήμερα άπλωσε τα χέρια Του και άγγιξε την κυρτωμένη εκείνη γυναίκα και αυτή έγινε αμέσως καλά. Την δύναμη αυτή των χεριών Του, ο Χριστός την έδωσε στους Αποστόλους Του και σ’ όλους τους αντιπροσώπους Του, επί της γης, τους ιερείς. Με αυτήν την πίστη και τη βεβαιότητα συμμετέχουμε κι εμείς στα μυστήρια της Εκκλησίας μας. Περιμένουμε και λαχταρούμε να πάρουμε από το χέρι του ιερέως τη χάρη και την ευλογία του Χριστού. Αυτό το χέρι μας βαπτίζει, αυτό το χέρι μας κοινωνάει, αυτό το χέρι μας χαρίζει την άφεση των αμαρτιών στην εξομολόγηση, αυτό ευλογεί τον γάμο μας, αυτό μας μοιράζει το αντίδωρο, αυτό αγιάζει το νερό στον αγιασμό. Αυτό μας ευλογεί και μας χαρίζει την ειρήνη του Θεού. Το χέρι του ιερέως είναι η προέκταση των χεριών του Χριστού που ακούσαμε σήμερα. «Και επέθηκεν αυτή τας χείρας και παραχρήμα ανορθώθη».

Αμήν.

Κυριακὴ Ι΄ Λουκᾶ – Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 7 Δεκεμβρίου 2025

 



 Ἦν δὲ διδάσκων ἐν μιᾷ τῶν συναγωγῶν ἐν τοῖς σάββασι. 11 καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ, καὶ ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακύψαι εἰς τὸ παντελές. 12 ἰδὼν δὲ αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς προσεφώνησε καὶ εἶπεν αὐτῇ· Γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου· 13 καὶ ἐπέθηκεν αὐτῇ τὰς χεῖρας· καὶ παραχρῆμα ἀνωρθώθη καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν. 14 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι τῷ σαββάτῳ ἐθεράπευσεν ὁ Ἰησοῦς, ἔλεγε τῷ ὄχλῳ· Ἓξ ἡμέραι εἰσὶν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι· ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθε, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου. 15 ἀπεκρίθη οὖν αὐτῷ ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· Ὑποκριτά· ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀπὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; 16 ταύτην δὲ, θυγατέρα Ἀβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου; 17 καὶ ταῦτα λέγοντος αὐτοῦ κατῃσχύνοντο πάντες οἱ ἀντικείμενοι αὐτῷ, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ’ αὐτοῦ.


ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ


ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΓ´ 10 - 17



10 Ἐδίδασκε δὲ κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου εἰς μίαν ἀπὸ τὰς συναγωγάς. 11 Καὶ ἰδοὺ παρευρίσκετο ἐκεῖ μία γυναῖκα, ἡ ὁποία ἐκ συνεργείας τοῦ πονηροῦ πνεύματος κατείχετο ὑπὸ ἀσθενείας ἐπὶ δεκαοκτὼ ἔτη, καὶ ἦτο δι’ αὐτὸ σκυμμένη διαρκῶς μὲ κυρτωμένον τὸ σῶμα καὶ δὲν ἠδύνατο νὰ σηκώσῃ ὀρθίαν τὴν κεφαλήν της ὁλοτελῶς. 12 Ὅταν δὲ τὴν εἶδεν ὁ Ἰησοῦς, τῆς ἐφώναξε καὶ τῆς εἶπε· Γυναῖκα, εἶσαι λυμένη καὶ ἐλευθερωμένη ἀπὸ τὴν ἀρρώστιάν σου. 13 Καὶ ἔβαλεν ἐπάνω της τὰς χεῖρας του. Καὶ τὴν ἰδίαν στιγμήν, ἐπανέκτησε τὴν ὀρθίαν στάσιν τοῦ σώματός της καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεὸν διὰ τὴν θεραπείαν της. 14 Ἔλαβε δὲ τὸν λόγον ὁ ἀρχισυνάγωγος, γεμᾶτος ἀγανάκτησιν, διότι κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου ἔκαμε τὴν θεραπείαν ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἔλεγεν εἰς τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ· Ἓξ ἡμέραι εἶναι εἰς τὴν διάθεσίν μας, κατὰ τὰς ὁποίας δικαιούμεθα καὶ πρέπει νὰ ἐργαζώμεθα. Κατ’ αὐτὰς λοιπὸν τὰς ἐργασίμους ἡμέρας νὰ ἔρχεσθε καὶ νὰ θεραπεύεσθε, καὶ ὄχι κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου. 15 Ἀπεκρίθη λοιπὸν εἰς αὐτὸν ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· Ὑποκριτά, σὺ ποὺ ὑπὸ τὸ πρόσχημα τοῦ σεβασμοῦ τοῦ Σαββάτου κρύπτεις φθόνον καὶ μοχθηρίαν· ὁ καθένας σας κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου δὲν λύει τὸ βώδι του ἢ τὸν ὄνον του ἀπὸ τὴν φάτνην καὶ δὲν τὸ πηγαίνει νὰ τὸ ποτίσῃ, χωρίς, σύμφωνα μὲ τὴν ἐκ παραδόσεως ἀνεγνωρισμένην ἑρμηνείαν τῆς ἐντολῆς τοῦ Σαββάτου, νὰ θεωρῆται παραβάτης αὐτῆς; 16 Αὐτὴ δέ, ποὺ εἶναι κόρη καὶ ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ, τὴν ὁποίαν ἔδεσεν ὁ σατανᾶς μὲ τὴν ἀρρώστιαν, ὥστε ἐπὶ δεκαοκτὼ ὁλόκληρα χρόνια νὰ μὴ δύναται νὰ σηκωθῇ ὀρθία, δὲν ἦτο πρέπον καὶ ἐπιβεβλημένον νὰ λυθῇ ἀπὸ τὸ μακροχρόνιον αὐτὸ καὶ ὀδυνηρὸν δέσιμον κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου; 17 Καὶ ἐνῷ ἔλεγεν αὐτὰ ὁ Ἰησοῦς, ἐντροπιάζοντο ὅλοι οἱ ἀντίθετοί του. Καὶ ὅλος ὁ λαὸς ἔχαιρε δι’ ὅλα τὰ λαμπρὰ καὶ θαυμαστά ἔργα, ποὺ διαρκῶς ἐγίνετο ἀπὸ αύτόν.