ΚΥΡΙΑΚΗ Ε’ ΛΟΥΚΑ 02/11/2025
«και
απελεύσονται ούτοι εις κόλασιν αιώνιον οι δε δίκαιοι εις ζωήν αιώνιον»
          Η σημερινή
ευαγγελική περικοπή αγαπητοί αδελφοί θεωρήθηκε από πολλούς σαν ένα παραθυράκι
που άνοιξε ο Χριστός, για να δούμε τί γίνεται μετά τον θάνατον. Κυρίως για να
μας διδάξει ότι η εδώ ζωή κάθε ανθρώπου, καθορίζει την ποιότητα της αιώνιας
ζωής του μετά τον θάνατον. Ας ακούσουμε, με απλά λόγια, την παραβολή που είπε ο
Χριστός όπως την κατέγραψε ο Ευαγγελιστής Λουκάς.
Η
ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΠΛΟΥΣΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ
«Κάποιος άνθρωπος ήταν
πλούσιος, φορούσε πολυτελή ρούχα και το τραπέζι του κάθε μέρα ήταν λαμπρό.
Κάποιος φτωχός όμως, που τον έλεγαν Λάζαρο, ήταν πεσμένος κοντά στην πόρτα του
σπιτιού του πλουσίου, γεμάτος πληγές και προσπαθούσε να χορτάσει από τα ψίχουλα
που έπεφταν από το τραπέζι του πλουσίου. Έρχονταν και τα σκυλιά και του έγλυφαν
τις πληγές.
Κάποτε πέθανε ο φτωχός,
και οι άγγελοι τον πήγαν κοντά στον Αβραάμ. Πέθανε κι ο πλούσιος και τον
έθαψαν. Στον άδη που ήταν και βασανιζόταν, σήκωσε τα μάτια του και είδε από
μακριά τον Αβραάμ και κοντά του τον Λάζαρο. Τότε φώναξε ο πλούσιος και είπε: «πατέρα
μου Αβραάμ, σπλαχνίσου με και στείλε το Λάζαρο να βρέξει με νερό την άκρη του δαχτύλου
του και να μου δροσίσει τη γλώσσα, γιατί υποφέρω μέσα σ’ αυτή τη φωτιά.» Ο
Αβραάμ όμως του απάντησε: «παιδί μου, θυμήσου ότι εσύ απόλαυσες την ευτυχία στη
ζωή σου, όπως κι ο Λάζαρος τη δυστυχία. Τώρα λοιπόν αυτός χαίρεται εδώ, κι εσύ
υποφέρεις. Κι εκτός απ’ όλα αυτά, υπάρχει ανάμεσά μας μεγάλο χάσμα, ώστε αυτοί
που θέλουν να διαβούν από εδώ σ’ εσάς να μην μπορούν, ούτε οι από εκεί μπορούν
να περάσουν σ’ εμάς.»
Είπε πάλι ο πλούσιος: «τότε
σε παρακαλώ, πατέρα, στείλε τον στο σπίτι του πατέρα μου, να προειδοποιήσει
τους πέντε αδερφούς μου, ώστε να μην έρθουν κι εκείνοι σ’ αυτόν εδώ τον τόπο
των βασάνων.» Ο Αβραάμ του λέει: «έχουν τα λόγια του Μωυσή και των προφητών· ας
υπακούσουν σ’ αυτά.» «Όχι, πατέρα μου Αβραάμ», του λέει εκείνος, «δεν αρκεί ˙
αλλά αν κάποιος από τους νεκρούς πάει σ’ αυτούς, θα μετανοήσουν.» Του λέει τότε
ο Αβραάμ: «αν δεν υπακούνε στα λόγια του Μωυσή και των προφητών, ακόμη κι αν
αναστηθεί κάποιος από τους νεκρούς, δε θα πειστούν». 
Από
την παραβολή βγαίνουν πολλά συμπεράσματα αγαπητοί αδελφοί. Αρχικά παραδεχόμαστε
το αυτονόητο, ότι όλοι οι άνθρωποι θα πεθάνουμε. Και οι φτωχοί και οι πλούσιοι.
Και οι δίκαιοι και οι άδικοι. Επομένως δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι δεν
τον αφορά το σημερινό ευαγγέλιο.
Δεύτερον:
από την παραβολή που ακούσαμε, βγαίνει το συμπέρασμα ότι η εδώ ζωή μας
καθορίζει το πώς θα ζήσουμε στην άλλη, στην αιώνια ζωή.
Τρίτον:
μαθαίνουμε ότι όταν πεθάνει ένας δίκαιος, άγγελοι έρχονται και παίρνουν την
ψυχή του, για να την μεταφέρουν στον κόλπο – στην αγκαλιά -  του Αβραάμ, δηλαδή στην ευχάριστη και
ευλογημένη κατάσταση που επικρατεί από την ώρα του θανάτου του ανθρώπου μέχρι
τη Δευτέρα Παρουσία. Ενώ στον θάνατο του άδικου πλουσίου δεν εμφανίστηκαν οι
άγγελοι. Δεν μας πληροφόρησε ο Χριστός σ’ αυτήν την περίπτωση τί γίνεται. Από
την διδασκαλία των Πατέρων μαθαίνουμε ότι δαίμονες παραλαμβάνουν τις ψυχές των
αδίκων.
Τέταρτον:
ο τόπος όπου πήγε η ψυχή του δίκαιου Λαζάρου, ονομάζεται από τον Χριστό:
κόλπος, αγκαλιά του Αβραάμ. Ενώ ο τόπος που βρέθηκε η ψυχή του άδικου –
άσπλαχνου πλουσίου, ονομάζεται από τον ίδιο «τόπος της βασάνου» και τόπος όπου
υποφέρει μέσα στη φωτιά. «Ότι οδυνώμαι εν τη φλογί ταύτη», λέει. 
Πέμπτον:
από τον στίχο 25 του κεφαλαίου 16 του ευαγγελίου του Λουκά που ακούσαμε στην
παραβολή, φαίνεται καθαρά ότι τον τόπο όπου θα καταταγούμε μετά τον θάνατο μας
τον προετοιμάζουμε εμείς οι ίδιοι από την εδώ , την επί γης ζωή μας. Λέγει ο
Αβραάμ στον πλούσιο: «Εσύ βασανίζεσαι τώρα γιατί στη ζωή σου απολάμβανες όλες
τις ηδονές, αδιαφορώντας για τον πόνο και τη δυστυχία των συνανθρώπων σου. Και
ο Λάζαρος απολαμβάνει τώρα την ευτυχία, γιατί με υπομονή και χωρίς κακία και
εκδίκηση, υπέφερε τη δική σου περιφρόνηση».
Έκτον:
Από τα λόγια του πλούσιου, φαίνεται ότι οι ψυχές των αδίκων ταλαιπωρούνται πάρα
πολύ. Ο πλούσιος ζητάει από τον Αβραάμ να στείλει τον Λάζαρο να βρέξει λίγο το
δάκτυλό του, για να του δροσίσει τη γλώσσα του. Το βάσανο του άδικου πλουσίου
γίνεται ακόμη πιο ανυπόφορο, από την σκέψη ότι γι’ αυτόν ήταν πολύ εύκολο όταν
ήταν στην ζωή, με τα πλούτη που είχε, να κάνει τόσες πολλές καλές πράξεις έτσι
ώστε να κερδίσει τον παράδεισο. Εναγώνια είναι η κραυγή του «Πάτερ Αβραάμ
ελέησον με!».
Έβδομον:
Μαθαίνουμε ακόμη από την παραβολή ότι οι νεκροί θυμούνται την επί γης ζωή τους.
Και τους ανθρώπους που έζησαν μαζί. Και παρακαλούν γι’ αυτούς. Ο πλούσιος
παρακαλεί τον Αβραάμ να κάνει κάτι για να μην έλθουν και τα αδέλφια του στον
«τόπον τούτον της βασάνου».
Όγδοον:
Οι άδικοι βλέπουν την ευτυχία των δίκαιων και γίνεται ακόμη σκληρότερη η κόλασή
τους. Ενώ οι δίκαιοι δεν βλέπουν τη δυστυχία των αδίκων, για να μην μειώνεται η
αιώνια ευτυχία τους. Υπάρχει μεγάλη, αδιαπέραστη απόσταση μεταξύ κολάσεως και
παραδείσου. «Μεταξύ ημών και υμών, χάσμα μέγα εστήρικται», λέγει ο πατριάρχης
στον πλούσιο.
Ένατον:
Εκεί στην αιώνια και αληθινή πραγματικότητα, επιβεβαιώνεται αυτό που κι εδώ στη
ζωή γνώριζαν, αλλά δεν το εφάρμοζαν. Ότι δηλαδή, αν μετανοούσαν εδώ για την
άστατη ζωή τους δεν θα βρισκόταν τώρα στον τόπο της βασάνου. Γι’ αυτό παρακαλεί
ο πλούσιος τον Αβραάμ να στείλει τον Λάζαρο στα αδέλφια του για να μετανοήσουν,
να αλλάξουν ζωή.
Δέκατον:
Φαίνεται από το διάλογο μεταξύ Αβραάμ και πλουσίου, ότι κάτι γνώριζε για την
κόλαση και τον παράδεισο, αλλά δεν το πίστευε. Προσπαθούσε να το σπρώχνει στο
υποσυνείδητο, για να το ξεχνάει και να μην τον εμποδίζει να απολαμβάνει
αχόρταγα τις παράνομες και ανήθικες ηδονές. Ξέρει πως και τα αδέλφια του έχουν
τα ίδια μυαλά και γι’ αυτό παρακαλεί να γυρίσει πίσω στη ζωή ο Λάζαρος, για να
τους ταρακουνήσει το έκτακτο αυτό γεγονός της Αναστάσεως ενός νεκρού και να
μετανοήσουν. Ο πατριάρχης όμως γνώριζε καλύτερα απ’ αυτόν ότι έστω κι αν
αναστηθεί κάποιος, το πιο σίγουρο θα ήταν ότι γρήγορα θα τον θανάτωναν, για να
μην τους θυμίζει τις παρανομίες τους. Όπως έγινε με τον Ιωάννη τον Πρόδρομο!
Το
ενδέκατο σημείο που πρέπει να προσέξουμε σήμερα είναι αυτό που επισημαίνει ο
πατριάρχης. Αν θέλουν τα αδέλφια σου να μη βρεθούν στην ίδια δυσάρεστη κατάσταση
με σένα, θα πρέπει να μελετάνε και να εφαρμόζουν στη ζωή τους την Αγία Γραφή.
«Έχουσι Μωϋσέα και τους προφήτας, ακουσάτωσαν αυτών». (Λουκά ΙΣΤ’29)
Τίθεται
ένα ερώτημα αγαπητοί: Γιατί ο πλούσιος πήγε στην κόλαση, επειδή ήταν πλούσιος;
Και γιατί ο Λάζαρος πήγε στον παράδεισο, επειδή ήταν πτωχός;                                                    
                                                                                          
Όχι, ο πλούσιος πήγε
στην κόλαση γιατί δεν διαχειρίστηκε καλά αυτά που του έδωσε ο Θεός. Φρόντιζε
μόνο τον εαυτό του και την καλοπέραση του και αδιαφορούσε για τον συνάνθρωπό
του. Τι κι αν πεινούσε  ο Λάζαρος, τι κι
αν πονούσε, τι κι αν κρύωνε; Ανεχόταν να ταπεινώνεται ο συνάνθρωπός του
προσπαθώντας να χορτάσει από τα ψίχουλα που έπεφταν από το πλούσιο τραπέζι του.
Σκληρός κι άκαμπτος «ενεδιδύσκετο πορφύραν και βύσσον ευφραινόμενος καθ’ ημέραν
λαμπρώς» (Λουκ.16,19). Και ο Λάζαρος γιατί πήγε στους κόλπους του Αβραάμ;
Επειδή ήταν πτωχός;
Όχι, αλλά επειδή όλες
τις δυσκολίες του τις υπέφερε με καρτερία και υπομονή, χωρίς να βαρυγκωμεί για
κανέναν. Ούτε στο Θεό παραπονιόταν, ούτε και στους ανθρώπους που τον
περιφρονούσαν και τον ταπείνωναν. Καμία διαμαρτυρία σε κανέναν. Ο Χριστός μας,
αγαπητοί αδελφοί, μας έδωσε για όλα τα θέματα, όσες πληροφορίες μας χρειάζονται
για τη σωτηρία μας. Ακούσαμε σήμερα για τον θάνατο και την μετά θάνατον ζωή.
Χωρίς να μας πιέζει, χωρίς να μας υποχρεώνει να τις δεχτούμε με το ζόρι. Οι
διδασκαλίες του Χριστού είναι η αποκάλυψη της αλήθειας που κανείς άλλος δεν
μπορεί να γνωρίζει.
Η Εκκλησία μάς
προσφέρει τις αλήθειες του Χριστού με τον πιο απλό τρόπο, για να τις
καταλαβαίνουμε και να μην αναζητούμε απαντήσεις για τα μεγάλα αυτά θέματα, εκεί
που δεν υπάρχουν. Οι σοφοί όλου του κόσμου δεν μπορούν να δώσουν πληροφορίες
για τα θέματα αυτά. Μόνον ο Χριστός είπε την αλήθεια. Εκείνος μόνο μπορούσε να
πει: «Εγώ ειμί η αλήθεια», «Εγώ ειμί η οδός», « Εγώ ειμί το φως του κόσμου».
Για το πιο μεγάλο και το πιο σοβαρό πρόβλημα που απασχολεί όλους τους
ανθρώπους, για τον θάνατο και για την μετά θάνατον ζωή, κανείς δεν μίλησε και
κανείς δεν μπορεί να μας δώσει την παραμικρή πληροφορία.
Μόνον ο Χριστός, επειδή
είναι Θεός, μπορεί να μας διαβεβαιώσει, μέσα από τη διδασκαλία του Ευαγγελίου
Του, ότι όλοι που πεθαίνουν πριν την Δευτέρα Παρουσία, θα βρίσκονται στη
λεγόμενη μέση κατάσταση και θα προαπολαμβάνουν, οι μεν δίκαιοι την ευτυχία του
παραδείσου, οι δε άδικοι τις ανυπόφορες δυσάρεστες καταστάσεις της κολάσεως.
 «και απελεύσονται ούτοι εις κόλασιν αιώνιον οι
δε δίκαιοι εις ζωήν αιώνιον»
Αμήν.