ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ’ ΛΟΥΚΑ 1/12/2024
«Και παραχρήμα ανέβλεψε
και ηκολούθει αυτώ δοξάζων τον Θεόν»
Λογικό και φυσιολογικό είναι το να ευχαριστεί κανείς,
αυτόν που του κάνει μια ευεργεσία, αγαπητοί αδελφοί. Αφύσικο, εγωιστικό και
μεγάλη αχαριστία είναι, το να μην λες ένα ευχαριστώ σ’ αυτόν που σε ευεργέτησε.
Ένας κάτοικος της πόλεως Ιεριχώ έχασε το φως του, μας
διηγήθηκε σήμερα ο Ευαγγελιστής Λουκάς. Ήταν τυφλός. Και μη μπορώντας να
εξασφαλίσει τα προς το ζην, αναγκαζόταν να κάθεται στην άκρη του δρόμου με
απλωμένο το χέρι ζητώντας βοήθεια από τους περαστικούς. Φαίνεται ότι όταν είχε
το φως του, διάβαζε την Αγία Γραφή και σύχναζε στις Συναγωγές, γι’ αυτό
περίμενε κι αυτός με αγωνία, όπως όλοι οι Εβραίοι, τον ερχομό του Μεσσία.
Γνώριζε πως ο Σωτήρας του κόσμου θα είναι απόγονος του Δαυίδ και ότι θα
εφαρμόζονταν πάνω του οι προφητείες της
Παλαιάς Διαθήκης. Αυτόν τον τελευταίο καιρό, του λέγανε πως κάποιος μεγάλος
προφήτης περιερχόταν τις πόλεις και τα χωριά και κήρυττε με ένα διαφορετικό
τρόπο απ’ αυτόν που δίδασκαν οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι και ότι έκανε και
πολλά θαύματα. Θεράπευε τους αρρώστους και ανάσταινε ακόμη και νεκρούς. Όσο
άκουγε αυτές τις πληροφορίες ο τυφλός, φούντωνε μέσα του η πίστη ότι αυτός
είναι που περίμενε, ο Μεσσίας.
Σήμερα λοιπόν που άκουγε γύρω του πολύ θόρυβο και μια
παράξενη φασαρία, ρώτησε: Τί συμβαίνει; «Τι είη ταύτα;» Τον πληροφόρησαν, ότι
περνάει από τον δρόμο που βρίσκεται κι αυτός, «Ο Ιησούς ο Ναζωραίος». Αυθόρμητα
έβαλε τις φωνές. Κανένας δεν μπορούσε να τον σταματήσει. «Ιησού, υιέ Δαυίδ,
ελέησόν με.» Η λαχτάρα του να ξαναβρεί το φως του και η χαρά του ότι αξιώνεται
να γνωρίσει τον Σωτήρα του κόσμου, του έδινε περισσότερη δύναμη. Πολλοί
προσπαθούσαν να σταματήσουν τις φωνές του, μα εκείνος «πολλώ μάλλον έκραζε, Υιέ
Δαυίδ, ελέησόν με.»
Ο Χριστός, μέσα από τις φωνές όλου εκείνου του πλήθους και τη
φασαρία, ξεχώρισε την ικετευτική κραυγή του τυφλού. Προτρέπει να τον φέρουν
κοντά Του και τον ρωτάει: «Τι σοι θέλεις ποιήσω;» «Κύριε, ίνα αναβλέψω»,
απαντάει ο τυφλός. «Ανάβλεψον» του λέει ο Χριστός. Το θαύμα έγινε, ο τυφλός
αμέσως ξαναβρήκε το φως του.
Το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να ακολουθήσει τον ευεργέτη
του και να απευθύνει δόξα στο Θεό. Μα
και όλος ο κόσμος που είδε το θαύμα, δόξαζε και υμνούσε τον Θεό. «Και πας ο
λαός ιδών, έδωκεν αίνον τω Θεώ.» Το φυσικό και λογικό αυτό είναι. Να δοξάζεις
το Θεό, όταν βλέπεις μπροστά σου να γίνεται ένα ολοζώντανο θαύμα. Όλοι μας,
αγαπητοί αδελφοί, εάν εξετάσουμε καλά τον εαυτό μας και τον κόσμο γύρω που μας
περιβάλλει, θα οδηγηθούμε στο να δοξάζουμε συνέχεια το Θεό. Όταν έχουμε ανοιχτά
τα μάτια της ψυχής μας και βλέπουμε τα θαυμάσια δημιουργήματα που υπάρχουν γύρω
μας. Εάν κάνουμε μια αναδρομή στη ζωή μας, γεμάτοι ευγνωμοσύνη θα αναφωνούμε
κάθε ώρα και στιγμή: «Δόξα σοι ο Θεός». Μέσα σ’ αυτές τις λίγες λέξεις,
περικλείεται η βαθειά πίστη και η εμπιστοσύνη στον Θεό. Μ’ αυτές τις τέσσερις
λέξεις, ευχαριστούμε τον Θεό μέσα από τα βάθη της καρδιάς μας. Με το
χιλιοειπωμένο αυτό «Δόξα τω Θεώ», εκφράζουμε τη θερμή αγάπη μας στο Θεό. Οι
λέξεις αυτές δεν βγαίνουν από το μυαλό μας και τη λογική μας, αλλά από την
καρδιά μας. Αυτή η έκφραση, δεν αφήνει την καρδιά να ψυχρανθεί. Όπως η μηχανή
κρυώνει όταν σβήσει, έτσι και η καρδιά ψυχραίνεται όταν δεν είναι προσηλωμένη
στον Θεό με τη δοξολογία και τη ευχαριστία. Αυτοί που μόνο παρακαλούν το Θεό,
παραμένουν χλιαροί. Αυτοί που δεν ευχαριστούν και δεν δοξολογούν τον Θεό, όλα
τα προσεγγίζουν με τη λογική, με την ψυχρή λογική. Και λίγο-λίγο η λογική
διώχνει την πίστη. Και όταν φύγει η πίστη, τότε ο άνθρωπος παραιτείται από κάθε
πνευματικό, αφού τα πνευματικά είναι πάνω από τη λογική.
Η λογική δεν σε βοηθάει να συναντήσεις το Θεό. Και εάν δε
βρεις το Θεό, δεν μπορείς να εξηγήσεις αυτά που γίνονται γύρω σου. Ούτε μπορείς
να φτάσεις στο δημιουργό. Αν δεν φθάσεις στο δημιουργό, πώς θα πεις το «Δόξα τω
Θεώ;» Τότε βάζεις στη θέση του Θεού έναν άλλο θεό, την τύχη! Μα έτσι
δημιουργείς μέσα σου χίλιες δυο αναπάντητες ερωτήσεις. Ερωτήσεις στις οποίες
κανείς δεν μπορεί να σου δώσει απάντηση.
Ένα «Δόξα τω Θεώ» γεμίζει την ψυχή σου με ηρεμία και γαλήνη.
Και τα ευχάριστα και τα δυσάρεστα γεγονότα της ζωής, λύνονται με τη δοξολογία
και ευχαριστία στο Θεό. Γι’ αυτό βλέπουμε ανθρώπους ταλαιπωρημένους,
κατάκοιτους και πονεμένους, να είναι πιο χαρούμενοι και από τους υγιείς που
πηγαίνουν δήθεν να τους παρηγορήσουν. Πόσοι άνθρωποι στενοχωρημένοι και
προβληματισμένοι, δεν επισκέπτονται ασθενείς και κατάκοιτους για να εισπράξουν
παρηγοριά και ξεκούραση; Πόσοι Χριστιανοί δεν επισκέπτονταν τον άγιο Πορφύριο,
καρκινοπαθή και κατάκοιτο, για να πάρουν την ευχή του και να γαληνέψουν από τα
φουρτουνιασμένα κύματα της ζωής που τους βασάνιζαν! Πόσα παιδιά και εγγόνια δεν
καταφεύγουν στους γέροντες και ανήμπορους παππούδες, για να ακούσουν το «Δόξα
σοι ο Θεός» από τα χείλη τους και να παρηγορηθούν!
Αγαπητοί αδελφοί. Ο τυφλός της Ιεριχούς μάς δίνει σήμερα ένα
σημαντικό μάθημα. Να μάθουμε να διακρίνουμε παντού το χέρι του Θεού, να
θαυμάζουμε τα δημιουργήματά Του και τα θαύματά Του και να αναφωνούμε «Δόξα τω
Θεώ». Οι λέξεις αυτές να μη λείπουν ποτέ από τα χείλη μας και από την καρδιά
μας.
Αμήν.