Σάββατο 8 Νοεμβρίου 2025

ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 09/11/2025

                                               


ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ’ ΛΟΥΚΑ       09/11/2025

«Η παις εγείρου»

 

Δύο θαύματα μάς διηγείται το Ευαγγελικό ανάγνωσμα σήμερα αγαπητοί αδελφοί. Τη θεραπεία της αιμορροούσης γυναίκας και την ανάσταση της θυγατρός του αρχισυνάγωγου Ιαείρου.

Πολλά θαύματα του Χριστού είναι καταγεγραμμένα στα Ευαγγέλια και πολλά άλλα δεν έχουν καταγραφεί. Έτσι μας πληροφορεί ο αγαπημένος μαθητής του Χριστού «Έστι δε και άλλα πολλά, α ουκ έστι γεγραμμένα εν τω βιβλίω τούτω» (Ιωάν.)

Γιατί έκανε τόσα πολλά θαύματα ο Χριστός μας αγαπητοί αδελφοί; Ανέστησε νεκρούς, θεράπευσε παράλυτους, έδωσε το φως σε τυφλούς, άνοιξε τα αυτιά κωφών, ελευθέρωσε δαιμονισμένους από την κυριαρχία του σατανά και στο τέλος έκανε το μεγαλύτερό Του θαύμα, αναστήθηκε από τους νεκρούς. Και μετά την Ανάληψή του, συνεχίζει να κάνει θαύματα μέσω των Αποστόλων και των Αγίων Του. «Θα είμαι μαζί σας και θα επικυρώνω με σημεία τα λόγια σας και τις ιεραποστολικές σας δραστηριότητες, μέχρι της συντελείας του αιώνος.» τους διαβεβαίωσε.

Τι θέλει να αποδείξει με το πλήθος αυτό των θαυμάτων Του ο Χριστός; Θέλει να δείξει σ’ όλους τους ανθρώπους και σε μας, ότι είναι ο Θεός! Το θαύμα είναι, τρόπον τινά, ένα γεγονός, που πραγματοποιείται αντίθετα προς τη φυσική ροή των πραγμάτων. Ένα γεγονός, που δεν μπορεί να δικαιολογηθεί με την ανθρώπινη λογική. Την υπερβαίνει. Το θαύμα είναι υπέρλογο. Είναι ένα γεγονός φυσιολογικό μόνο στη λογική του Θεού. Με πέντε ψωμιά και δυο ψάρια, δεν είναι δυνατόν να φάνε τόσες χιλιάδες άνθρωποι. Λέμε εμείς. Αυτό δηλαδή που είπαν οι Απόστολοι στο Χριστό. Η λογική όμως του Χριστού έλεγε άλλα πράγματα. Φέρτε εδώ τα λίγα ψωμιά και τα δυο ψάρια και βάλτε τον κόσμο να καθίσουν και μοιράζετέ τους. Στο τέλος αφού φάνε όλοι, μαζέψτε και τα περισσεύματα. Πώς γίνεται αυτό; Πώς μόνο με το άγγιγμα του φορέματος του Χριστού σταμάτησε σήμερα η αιμορραγία της γυναίκας; Πώς αναστήθηκε το πεθαμένο κοριτσάκι του Ιαείρου; Οι άνθρωποι «κατεγέλον αυτού» κορόιδευαν το Χριστό όταν τους είπε «μη κλαίτε γιατί το κοριτσάκι δεν πέθανε». Αφού ξέρανε ότι από ώρα είχε κοπεί το νήμα της ζωής της. Άλλα βλέπουν οι άνθρωποι και άλλα βλέπει ο Θεός. «Κορίτσι μου σήκω πάνω» λέει ο Χριστός και ο λόγος Του σταματάει τους φυσικούς νόμους. Ενώ η ψυχή του κοριτσιού έφυγε από το σώμα του, αφήνοντάς το νεκρό, μετά υπακούει στην προσταγή του Χριστού και επιστρέφει. «Όπου Θεός βούλεται νικάται φύσεως τάξις».

Διαβάζοντας τα θαύματα του Χριστού που είναι καταγεγραμμένα στα Ευαγγέλια, αγαπητοί αδελφοί και εμβαθύνοντας στη διδασκαλία Του, πολύ εύκολα καταλήγει κανείς στο συμπέρασμα ότι ο Χριστός είναι Θεός. Κάθε λεπτομέρεια της ζωής Του, κάθε λέξη της διδασκαλίας Του και κάθε θαύμα Του, βροντοφωνάζουν αυτό που είπε ο Πέτρος στον Κύριο όταν τον ρώτησε: «τίνα με λέγουσιν είναι οι άνθρωποι» δηλαδή τί γνώμη έχουν για μένα οι άνθρωποι; Και ο πρωτοκορυφαίος απάντησε: «Κύριε συ εί ο Υιός του Θεού» Είσαι ο Θεός. Το ίδιο ομολόγησε κάτω από τον Σταυρό και ο εκατόνταρχος όταν σκοτείνιασε ο ήλιος και όταν έτρεμε η γη κάτω από τα πόδια του από το μεγάλο σεισμό. «Αληθώς Θεού Υιός ην ούτος» αναφώνησε.

Ναι αδελφοί, και οι πέτρες φωνάζουν, με πρώτο τον λίθο του μνήματος, ότι ο Χριστός είναι Θεός. Αυτό φωνάζουν και οι Μάγοι που ήλθαν να Τον προσκυνήσουν νεογέννητο στη Βηθλεέμ. Αυτό μαρτυρούν και οι ποιμένες που έσπευσαν να γονατίσουν μπροστά Του ειδοποιημένοι από τους Αγγέλους. Και οι Άγγελοι, και οι άνθρωποι, και οι ουρανοί με το ανερμήνευτο αστέρι τους και η γη με το φτωχικό σπήλαιό της, βροντοφωνάζουν σιωπηλά, ότι το μωράκι που γεννήθηκε από την Παναγία Παρθένο, είναι ο Θεός που έγινε άνθρωπος. Ο Χριστός είναι και άνθρωπος και Θεός, είναι ο Θεάνθρωπος.

Αγαπητοί. Ο Χριστός δεν είναι απλώς ένας μεγάλος άνθρωπος. Ο Χριστός δεν είναι ένας μεγάλος προφήτης και διδάσκαλος. Δεν είναι ένας από τους μεγάλους μύστες. Τον υποβιβάζουν, Τον προσβάλλουν και Τον βλασφημούν, όσοι δεν Τον ομολογούν Θεόν. Ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού. Ο σωτήρας του κόσμου. Ο Σωτήρας μας. «Σώσον ημάς Υιέ Θεού ο αναστάς εκ νεκρών ψάλλοντάς Σοι, αλληλούια», «ο μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού αθάνατος υπάρχων…» του ψάλλουμε. Άπαγε της βλασφημίας, να αφήσουμε τον διάβολο να περάσει στο μυαλό μας τέτοιους βλάσφημους λογισμούς!

Για την θεότητα του Χριστού υπέφεραν τα πάνδεινα οι Άγιοι Μάρτυρες, από τον Πρωτομάρτυρα Στέφανο μέχρι τα εκατομμύρια των μαρτύρων όλων των αιώνων. Για να κηρύξουν την Ανάστασή Του, σκορπίστηκαν σ’ όλα τα πέρατα της οικουμένης οι Απόστολοι. Λιθοβολήθηκαν, σουβλίστηκαν, σταυρώθηκαν για τον αναστημένο Διδάσκαλό τους. Ο Απόστολος Παύλος γράφει στους Κορινθίους, ότι κήρυξαν το Χριστό «εν κόποις… εν πληγαίς… εν φυλακαίς…  εν θανάτοις πολλάκις… πεντάκις τεσσαράκοντα παρά μίαν έφαγον… τρις ερραβδίσθην, άπαξ ελιθάσθην… τρις εναυάγησα… κινδύνοις ποταμών… κινδύνοις ληστών… εν νηστείαις… εν ψύχει… εν γυμνότητι» (Β’ Κορ. 11 23 και εξής) και όλα αυτά για να μεταφέρει το μήνυμα της Αναστάσεως σ’ όλη την οικουμένη. Ήταν τόση η πίστη του στη θεότητα του Χριστού και τόση η αγάπη του, που έλεγε ότι από τότε που γνώρισα το Χριστό, έπαυσα να ζω όπως πρώτα. Ο Χριστός είναι μέσα μου και εγώ είμαι μέσα στο Χριστό. Από τότε που μου αποκαλύφθηκε ο Χριστός, δεν κάνω ότι θέλω εγώ, αλλ’ ότι θέλει Εκείνος. Να σταματήσουμε σ’ αυτό το σημείο αγαπητοί μου και να βγάλουμε τα δικά μας συμπεράσματα.

Η πίστη ότι ο Χριστός είναι Θεός  αλλάζει τα δεδομένα στη ζωή όλων των ανθρώπων. Δέος καταλαμβάνει το είναι σου με τη σκέψη αυτή. Τρέμουν τα χέρια σου όταν κρατάς το άγιο βιβλίο του Θεού στα χέρια σου. Αποφεύγεις να το ακουμπήσεις όπου να ‘ναι. Ρίγη σε συγκλονίζουν όταν βρίσκεσαι μπροστά στην εικόνα Του. Λόγοι ευχαριστίας και δοξολογίας έρχονται στα χείλη σου.  Διστάζεις να Του ζητήσεις οτιδήποτε, αφού σκέπτεσαι ότι τα ξέρει όλα. Είσαι σίγουρος ότι θα κάνει για σένα, ό,τι σου είναι χρήσιμο και ωφέλιμο, αφού είσαι βέβαιος ότι σε αγαπάει απεριόριστα. Αυθόρμητο έρχεται το γονάτισμα της μετανοίας αφού σε διαβεβαιώνει ότι σε αγαπάει επειδή είσαι αμαρτωλός. Από τα σιωπηλά χείλη Του ακούγεται η διαβεβαίωση: «Ούκ ήλθον καλέσαι δικαίους αλλά αμαρτωλούς.» Όταν πιστεύεις ακράδαντα ότι ο Χριστός είναι ο μόνος αληθινός Θεός, πώς θα τολμήσεις να φέρεις αντίρρηση στους λόγους Του;

Είναι γεμάτη χαρά η καρδιά του χριστιανού γιατί ελπίζει βάσιμα ότι θα πραγματοποιηθούν όλες οι υποσχέσεις Του. Όπως το διαβεβαιώνει ο Απόστολος Παύλος στους Κορινθίους. Η πίστη στη θεότητα του Χριστού, θερμαίνει την καρδιά του χριστιανού και εκείνη από τα βάθη της Του λέει: «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με.» Ο Απόστολος των εθνών, βίωνε αυτή τη βεβαιότητα και γι’ αυτό πήγαινε από τόπο σε τόπο για να κηρύξει την Ανάστασή Του. «Εάν ο Χριστός δεν είναι Θεός, τότε δεν αναστήθηκε και εάν δεν αναστήθηκε τότε είναι άδειο το κήρυγμά μας και μάταιη η πίστη μας» έλεγε. «Τότε εμείς οι χριστιανοί είμαστε οι δυστυχέστεροι των ανθρώπων.» Στους Αθηναίους έλεγε: « Ήλθα για να σας δείξω ποιος είναι ο άγνωστος – ο αληθινός Θεός που ψάχνετε, είναι αυτός που αναστήθηκε από τους νεκρούς, ο Ιησούς Χριστός.»

Αγαπητοί αδελφοί. Όλα διαλαλούν την θεότητα του Ιησού Χριστού. Οι προφητείες, η διδασκαλία Του, τα θαύματά Του, η Ανάστασή Του, οι θυσίες των εκατομμυρίων μαρτύρων. Προ πάντων την θεότητα του Χριστού μαρτυρεί στον καθένα μας το σκίρτημα, το φτερούγισμα της καρδιάς που νιώθουμε όταν Του μιλούμε στη προσευχή μας. Ένα μεγάλο ευχαριστώ σε Κείνον που από Θεός έγινε και άνθρωπος για να ενωθεί μαζί μας και να μας σώσει. (Λουκά Η’ 41-56)

Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2025

Κυριακὴ Z΄ Λουκᾶ – Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 9 Νοεμβρίου 2025


 ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Η´ 41 - 56



41 καὶ ἰδοὺ ἦλθεν ἀνὴρ ᾧ ὄνομα Ἰάειρος, καὶ οὗτος ἄρχων τῆς συναγωγῆς ὑπῆρχε· καὶ πεσὼν παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ παρεκάλει αὐτὸν εἰσελθεῖν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ, 42 ὅτι θυγάτηρ μονογενὴς ἦν αὐτῷ ὡς ἐτῶν δώδεκα καὶ αὕτη ἀπέθνῃσκεν. Ἐν δὲ τῷ ὑπάγειν αὐτὸν οἱ ὄχλοι συνέπνιγον αὐτόν. 43 καὶ γυνὴ οὖσα ἐν ῥύσει αἵματος ἀπὸ ἐτῶν δώδεκα, ἥτις ἰατροῖς προσαναλώσασα ὅλον τὸν βίον οὐκ ἴσχυσεν ὑπ’ οὐδενὸς θεραπευθῆναι, 44 προσελθοῦσα ὄπισθεν ἥψατο τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, καὶ παραχρῆμα ἔστη ἡ ῥύσις τοῦ αἵματος αὐτῆς. 45 καὶ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· Τίς ὁ ἁψάμενός μου; ἀρνουμένων δὲ πάντων εἶπεν ὁ Πέτρος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ· Ἐπιστάτα, οἱ ὄχλοι συνέχουσί σε καὶ ἀποθλίβουσι καὶ λέγεις τίς ὁ ἁψάμενός μου; 46 ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν· Ἥψατό μού τις· ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ’ ἐμοῦ. 47 ἰδοῦσα δὲ ἡ γυνὴ ὅτι οὐκ ἔλαθε, τρέμουσα ἦλθε καὶ προσπεσοῦσα αὐτῷ δι’ ἣν αἰτίαν ἥψατο αὐτοῦ ἀπήγγειλεν αὐτῷ ἐνώπιον παντὸς τοῦ λαοῦ, καὶ ὡς ἰάθη παραχρῆμα. 48 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· Θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην. 49 Ἔτι αὐτοῦ λαλοῦντος ἔρχεταί τις παρὰ τοῦ ἀρχισυναγώγου λέγων αὐτῷ ὅτι Τέθνηκεν ἡ θυγάτηρ σου· μὴ σκύλλε τὸν διδάσκαλον. 50 ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀκούσας ἀπεκρίθη αὐτῷ λέγων· Μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε, καὶ σωθήσεται. 51 ἐλθὼν δὲ εἰς τὴν οἰκίαν οὐκ ἀφῆκεν εἰσελθεῖν οὐδένα εἰ μὴ Πέτρον καὶ Ἰωάννην καὶ Ἰάκωβον καὶ τὸν πατέρα τῆς παιδὸς καὶ τὴν μητέρα. 52 ἔκλαιον δὲ πάντες καὶ ἐκόπτοντο αὐτήν. ὁ δὲ εἶπε· Μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει. 53 καὶ κατεγέλων αὐτοῦ, εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν. 54 αὐτὸς δὲ ἐκβαλὼν ἔξω πάντας καὶ κρατήσας τῆς χειρὸς αὐτῆς ἐφώνησε λέγων· Ἡ παῖς, ἐγείρου. 55 καὶ ἐπέστρεψε τὸ πνεῦμα αὐτῆς, καὶ ἀνέστη παραχρῆμα, καὶ διέταξεν αὐτῇ δοθῆναι φαγεῖν. 56 καὶ ἐξέστησαν οἱ γονεῖς αὐτῆς· ὁ δὲ παρήγγειλεν αὐτοῖς μηδενὶ εἰπεῖν τὸ γεγονός.


ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Η´ 41 - 56


41 Καὶ ἰδοὺ ἦλθεν εἰς τὸν Ἰησοῦν κάποιος ἄνθρωπος, ποὺ ὠνομάζετο Ἰάειρος. Καὶ ἦτο αὐτὸς ἄρχων τῆς συναγωγῆς. Καὶ ἀφοῦ ἔπεσε γονατιστὸς πλησίον τῶν ποδῶν τοῦ Ἰησοῦ, τὸν παρεκάλει νὰ ἔμβῃ εἰς τὸν οἶκον του· 42 διότι εἶχε κόρην μονάκριβον περίπου δώδεκα χρόνων, καὶ αὐτὴ ἦτο εἰς τὰ τελευταῖα της καὶ ἐπέθαινεν. Ὅταν δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐπήγαινε εἰς τὸ σπίτι τοῦ Ἰαείρου, τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ τὸν ἐστενοχώρουν καὶ τὸν ἐπίεζον. 43 Καὶ μία γυναῖκα, ποὺ ὑπέφερεν ἀπὸ αἱμορραγίαν πρὸ δώδεκα ἐτῶν, ἡ ὁποία μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα βάσανα τῆς ἀσθενείας εἶχεν ἐξοδεύσει ὅλην τὴν περιουσίαν της εἰς ἰατροὺς καὶ δὲν ἠδυνήθη νὰ θεραπευθῇ ἀπὸ κανένα, 44 ἀφοῦ ἐπλησίασεν ἀπὸ πίσω τὸν Ἰησοῦν, ὥστε νὰ μὴ τὴν ἀντιληφθῇ κανείς, ἐπειδὴ ἐντρέπετο νὰ γίνῃ φανερὸν τὸ νόσημά της, ἤγγισε τὸ ἄκρον τοῦ ἐξωτερικοῦ ἐνδύματός του καὶ παρευθὺς ἐσταμάτησεν ἡ αἱμορραγία της. 45 Καὶ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· Ποῖος εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ μὲ ἤγγισεν; Ἐπειδὴ δὲ ὅλοι οἱ τριγύρω ἠρνοῦντο, εἶπεν ὁ Πέτρος καὶ οἱ ἄλλοι μαθηταί, ποὺ ἦσαν μαζί του· Διδάσκαλε, τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ σὲ περιεκύκλωσαν καὶ σὲ πιέζουν· καὶ σὺ λέγεις· Ποῖος μὲ ἤγγισε; 46 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως εἶπε· Κάποιος μὲ ἤγγισε. Διότι ἐγὼ ἐκατάλαβα, ὅτι ἐβγῆκεν ἀπὸ ἐπάνω μου δύναμις θαυματουργική. 47 Ὅταν δὲ εἶδεν ἡ γυναῖκα, ὅτι δὲν ἐκρύφθη καὶ δὲν ἐξέφυγεν ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν αὐτὸ ποὺ ἔκαμεν, ἦλθε τρέμουσα ἀπὸ τὸν φόβον της καὶ ἀφοῦ ἔπεσε γονατιστὴ πρὸ αὐτοῦ, διηγήθη εἰς αὐτὸν ἐμπρὸς εἰς ὅλον τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ τὴν αἰτίαν, διὰ τὴν ὁποίαν τὸν ἤγγισε, καὶ πῶς ἐθεραπεύθη ἀμέσως. 48 Ὁ Ἰησοῦς δὲ τῆς εἶπεν· Ἔχε θάρρος, κόρη μου· ἡ πεποίθησις ποὺ εἶχες, ὅτι θὰ εὕρισκες τὴν ὑγείαν σου, ἐὰν μὲ ἤγγιζες, αὐτὴ ἡ πίστις σου σὲ ἔχει θεραπεύσει. Πήγαινε εἰς τὸ καλό, εἰρηνικὴ καὶ ἐλευθέρα ἀπὸ κάθε ἀνησυχίαν, ποὺ ἐδοκίμαζες προτήτερα ἐξ αἰτίας τῆς ἀσθενείας σου. 49 Ἐνῷ δὲ ὡμίλει ἀκόμη ὁ Ἰησοῦς, ἦλθε κάποιος ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ ἀρχισυναγώγου καὶ τοῦ εἶπεν ὅτι ἀπέθανεν ἡ κόρη σου μὴ βάζης πλέον εἰς κόπον καὶ ἐνόχλησιν τὸν Διδάσκαλον. 50 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως, ὅταν ἤκουσε τὴν εἴδησιν αὐτήν, ἔδωκεν εἰς αὐτὸν τὴν ἀπάντησιν καὶ εἶπε· Μὴ φοβῆσαι, μόνον ἑξακολούθει νὰ πιστεύῃς καὶ θὰ σωθῇ ἀπὸ τὸν θάνατον ἡ κόρη σου. 51 Ὅταν δὲ ἦλθεν εἰς τὸ σπίτι τοῦ Ἰαείρου, δὲν ἀφῆκε νὰ ἔμβῃ κανεὶς ἄλλος εἰς τὸ δωμάτιον τῆς νεκρᾶς, παρὰ μόνον ὁ Πέτρος καὶ ὁ Ἰωάννης καὶ ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ πατέρας τοῦ κορασίου καὶ ἡ μητέρα. 52 Ἔκλαιον δὲ ὅλοι καὶ ἐκτυποῦσαν τὰ στήθη των καὶ τὰς κεφαλάς των διὰ τὴν νεκράν. Αὐτὸς δὲ τοὺς εἶπε· Μὴ κλαίετε· δὲν ἀπέθανεν, ἀλλὰ κοιμᾶται. 53 Καὶ τὸν περιγελοῦσαν, διότι ἦσαν βέβαιοι, ὅτι τὸ κοράσιον ἦτο πεθαμένον. 54 Αὐτὸς ὅμως, ἀφοῦ ἔβγαλεν ἔξω ὅλους καὶ ἔπιασε τὸ χέρι της, ἐφώναξε καὶ εἶπε· Κόρη, σήκω ἐπάνω. 55 Καὶ ἐπέστρεψεν εἰς τὸ σῶμα ἡ ψυχή της, καὶ ἀνεστήθη ἀμέσως· καὶ ὁ Ἰησοῦς διέταξε νὰ τῆς δοθῇ φαγητὸν νὰ φάγῃ διὰ νὰ ἀναλάβῃ δυνάμεις κατόπιν τῆς ἑξαντλήσεως, ποὺ τῆς εἶχε φέρει ἡ μακρὰ καὶ θανατηφόρος ἀσθένειά της. 56 Καὶ ἐκυριεύθησαν ἀπὸ βαθὺν καὶ μεγάλον θαυμασμὸν οἱ γονεῖς της. Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς παρήγγειλε νὰ μὴ εἶπουν εἰς κανένα τὸ γεγονός, διὰ νὰ μὴ ἐρεθίζεται ὁ φθόνος τῶν ἐχθρῶν του.

Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2025

ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 02/11/2025

 

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε’ ΛΟΥΚΑ       02/11/2025

«και απελεύσονται ούτοι εις κόλασιν αιώνιον οι δε δίκαιοι εις ζωήν αιώνιον»

          Η σημερινή ευαγγελική περικοπή αγαπητοί αδελφοί θεωρήθηκε από πολλούς σαν ένα παραθυράκι που άνοιξε ο Χριστός, για να δούμε τί γίνεται μετά τον θάνατον. Κυρίως για να μας διδάξει ότι η εδώ ζωή κάθε ανθρώπου, καθορίζει την ποιότητα της αιώνιας ζωής του μετά τον θάνατον. Ας ακούσουμε, με απλά λόγια, την παραβολή που είπε ο Χριστός όπως την κατέγραψε ο Ευαγγελιστής Λουκάς.

Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΠΛΟΥΣΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ

«Κάποιος άνθρωπος ήταν πλούσιος, φορούσε πολυτελή ρούχα και το τραπέζι του κάθε μέρα ήταν λαμπρό. Κάποιος φτωχός όμως, που τον έλεγαν Λάζαρο, ήταν πεσμένος κοντά στην πόρτα του σπιτιού του πλουσίου, γεμάτος πληγές και προσπαθούσε να χορτάσει από τα ψίχουλα που έπεφταν από το τραπέζι του πλουσίου. Έρχονταν και τα σκυλιά και του έγλυφαν τις πληγές.

Κάποτε πέθανε ο φτωχός, και οι άγγελοι τον πήγαν κοντά στον Αβραάμ. Πέθανε κι ο πλούσιος και τον έθαψαν. Στον άδη που ήταν και βασανιζόταν, σήκωσε τα μάτια του και είδε από μακριά τον Αβραάμ και κοντά του τον Λάζαρο. Τότε φώναξε ο πλούσιος και είπε: «πατέρα μου Αβραάμ, σπλαχνίσου με και στείλε το Λάζαρο να βρέξει με νερό την άκρη του δαχτύλου του και να μου δροσίσει τη γλώσσα, γιατί υποφέρω μέσα σ’ αυτή τη φωτιά.» Ο Αβραάμ όμως του απάντησε: «παιδί μου, θυμήσου ότι εσύ απόλαυσες την ευτυχία στη ζωή σου, όπως κι ο Λάζαρος τη δυστυχία. Τώρα λοιπόν αυτός χαίρεται εδώ, κι εσύ υποφέρεις. Κι εκτός απ’ όλα αυτά, υπάρχει ανάμεσά μας μεγάλο χάσμα, ώστε αυτοί που θέλουν να διαβούν από εδώ σ’ εσάς να μην μπορούν, ούτε οι από εκεί μπορούν να περάσουν σ’ εμάς.»

Είπε πάλι ο πλούσιος: «τότε σε παρακαλώ, πατέρα, στείλε τον στο σπίτι του πατέρα μου, να προειδοποιήσει τους πέντε αδερφούς μου, ώστε να μην έρθουν κι εκείνοι σ’ αυτόν εδώ τον τόπο των βασάνων.» Ο Αβραάμ του λέει: «έχουν τα λόγια του Μωυσή και των προφητών· ας υπακούσουν σ’ αυτά.» «Όχι, πατέρα μου Αβραάμ», του λέει εκείνος, «δεν αρκεί ˙ αλλά αν κάποιος από τους νεκρούς πάει σ’ αυτούς, θα μετανοήσουν.» Του λέει τότε ο Αβραάμ: «αν δεν υπακούνε στα λόγια του Μωυσή και των προφητών, ακόμη κι αν αναστηθεί κάποιος από τους νεκρούς, δε θα πειστούν».

Από την παραβολή βγαίνουν πολλά συμπεράσματα αγαπητοί αδελφοί. Αρχικά παραδεχόμαστε το αυτονόητο, ότι όλοι οι άνθρωποι θα πεθάνουμε. Και οι φτωχοί και οι πλούσιοι. Και οι δίκαιοι και οι άδικοι. Επομένως δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι δεν τον αφορά το σημερινό ευαγγέλιο.

Δεύτερον: από την παραβολή που ακούσαμε, βγαίνει το συμπέρασμα ότι η εδώ ζωή μας καθορίζει το πώς θα ζήσουμε στην άλλη, στην αιώνια ζωή.

Τρίτον: μαθαίνουμε ότι όταν πεθάνει ένας δίκαιος, άγγελοι έρχονται και παίρνουν την ψυχή του, για να την μεταφέρουν στον κόλπο – στην αγκαλιά -  του Αβραάμ, δηλαδή στην ευχάριστη και ευλογημένη κατάσταση που επικρατεί από την ώρα του θανάτου του ανθρώπου μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία. Ενώ στον θάνατο του άδικου πλουσίου δεν εμφανίστηκαν οι άγγελοι. Δεν μας πληροφόρησε ο Χριστός σ’ αυτήν την περίπτωση τί γίνεται. Από την διδασκαλία των Πατέρων μαθαίνουμε ότι δαίμονες παραλαμβάνουν τις ψυχές των αδίκων.

Τέταρτον: ο τόπος όπου πήγε η ψυχή του δίκαιου Λαζάρου, ονομάζεται από τον Χριστό: κόλπος, αγκαλιά του Αβραάμ. Ενώ ο τόπος που βρέθηκε η ψυχή του άδικου – άσπλαχνου πλουσίου, ονομάζεται από τον ίδιο «τόπος της βασάνου» και τόπος όπου υποφέρει μέσα στη φωτιά. «Ότι οδυνώμαι εν τη φλογί ταύτη», λέει.

Πέμπτον: από τον στίχο 25 του κεφαλαίου 16 του ευαγγελίου του Λουκά που ακούσαμε στην παραβολή, φαίνεται καθαρά ότι τον τόπο όπου θα καταταγούμε μετά τον θάνατο μας τον προετοιμάζουμε εμείς οι ίδιοι από την εδώ , την επί γης ζωή μας. Λέγει ο Αβραάμ στον πλούσιο: «Εσύ βασανίζεσαι τώρα γιατί στη ζωή σου απολάμβανες όλες τις ηδονές, αδιαφορώντας για τον πόνο και τη δυστυχία των συνανθρώπων σου. Και ο Λάζαρος απολαμβάνει τώρα την ευτυχία, γιατί με υπομονή και χωρίς κακία και εκδίκηση, υπέφερε τη δική σου περιφρόνηση».

Έκτον: Από τα λόγια του πλούσιου, φαίνεται ότι οι ψυχές των αδίκων ταλαιπωρούνται πάρα πολύ. Ο πλούσιος ζητάει από τον Αβραάμ να στείλει τον Λάζαρο να βρέξει λίγο το δάκτυλό του, για να του δροσίσει τη γλώσσα του. Το βάσανο του άδικου πλουσίου γίνεται ακόμη πιο ανυπόφορο, από την σκέψη ότι γι’ αυτόν ήταν πολύ εύκολο όταν ήταν στην ζωή, με τα πλούτη που είχε, να κάνει τόσες πολλές καλές πράξεις έτσι ώστε να κερδίσει τον παράδεισο. Εναγώνια είναι η κραυγή του «Πάτερ Αβραάμ ελέησον με!».

Έβδομον: Μαθαίνουμε ακόμη από την παραβολή ότι οι νεκροί θυμούνται την επί γης ζωή τους. Και τους ανθρώπους που έζησαν μαζί. Και παρακαλούν γι’ αυτούς. Ο πλούσιος παρακαλεί τον Αβραάμ να κάνει κάτι για να μην έλθουν και τα αδέλφια του στον «τόπον τούτον της βασάνου».

Όγδοον: Οι άδικοι βλέπουν την ευτυχία των δίκαιων και γίνεται ακόμη σκληρότερη η κόλασή τους. Ενώ οι δίκαιοι δεν βλέπουν τη δυστυχία των αδίκων, για να μην μειώνεται η αιώνια ευτυχία τους. Υπάρχει μεγάλη, αδιαπέραστη απόσταση μεταξύ κολάσεως και παραδείσου. «Μεταξύ ημών και υμών, χάσμα μέγα εστήρικται», λέγει ο πατριάρχης στον πλούσιο.

Ένατον: Εκεί στην αιώνια και αληθινή πραγματικότητα, επιβεβαιώνεται αυτό που κι εδώ στη ζωή γνώριζαν, αλλά δεν το εφάρμοζαν. Ότι δηλαδή, αν μετανοούσαν εδώ για την άστατη ζωή τους δεν θα βρισκόταν τώρα στον τόπο της βασάνου. Γι’ αυτό παρακαλεί ο πλούσιος τον Αβραάμ να στείλει τον Λάζαρο στα αδέλφια του για να μετανοήσουν, να αλλάξουν ζωή.

Δέκατον: Φαίνεται από το διάλογο μεταξύ Αβραάμ και πλουσίου, ότι κάτι γνώριζε για την κόλαση και τον παράδεισο, αλλά δεν το πίστευε. Προσπαθούσε να το σπρώχνει στο υποσυνείδητο, για να το ξεχνάει και να μην τον εμποδίζει να απολαμβάνει αχόρταγα τις παράνομες και ανήθικες ηδονές. Ξέρει πως και τα αδέλφια του έχουν τα ίδια μυαλά και γι’ αυτό παρακαλεί να γυρίσει πίσω στη ζωή ο Λάζαρος, για να τους ταρακουνήσει το έκτακτο αυτό γεγονός της Αναστάσεως ενός νεκρού και να μετανοήσουν. Ο πατριάρχης όμως γνώριζε καλύτερα απ’ αυτόν ότι έστω κι αν αναστηθεί κάποιος, το πιο σίγουρο θα ήταν ότι γρήγορα θα τον θανάτωναν, για να μην τους θυμίζει τις παρανομίες τους. Όπως έγινε με τον Ιωάννη τον Πρόδρομο!

Το ενδέκατο σημείο που πρέπει να προσέξουμε σήμερα είναι αυτό που επισημαίνει ο πατριάρχης. Αν θέλουν τα αδέλφια σου να μη βρεθούν στην ίδια δυσάρεστη κατάσταση με σένα, θα πρέπει να μελετάνε και να εφαρμόζουν στη ζωή τους την Αγία Γραφή. «Έχουσι Μωϋσέα και τους προφήτας, ακουσάτωσαν αυτών». (Λουκά ΙΣΤ’29)

Τίθεται ένα ερώτημα αγαπητοί: Γιατί ο πλούσιος πήγε στην κόλαση, επειδή ήταν πλούσιος; Και γιατί ο Λάζαρος πήγε στον παράδεισο, επειδή ήταν πτωχός;                                                                                                                                               

Όχι, ο πλούσιος πήγε στην κόλαση γιατί δεν διαχειρίστηκε καλά αυτά που του έδωσε ο Θεός. Φρόντιζε μόνο τον εαυτό του και την καλοπέραση του και αδιαφορούσε για τον συνάνθρωπό του. Τι κι αν πεινούσε  ο Λάζαρος, τι κι αν πονούσε, τι κι αν κρύωνε; Ανεχόταν να ταπεινώνεται ο συνάνθρωπός του προσπαθώντας να χορτάσει από τα ψίχουλα που έπεφταν από το πλούσιο τραπέζι του. Σκληρός κι άκαμπτος «ενεδιδύσκετο πορφύραν και βύσσον ευφραινόμενος καθ’ ημέραν λαμπρώς» (Λουκ.16,19). Και ο Λάζαρος γιατί πήγε στους κόλπους του Αβραάμ; Επειδή ήταν πτωχός;

Όχι, αλλά επειδή όλες τις δυσκολίες του τις υπέφερε με καρτερία και υπομονή, χωρίς να βαρυγκωμεί για κανέναν. Ούτε στο Θεό παραπονιόταν, ούτε και στους ανθρώπους που τον περιφρονούσαν και τον ταπείνωναν. Καμία διαμαρτυρία σε κανέναν. Ο Χριστός μας, αγαπητοί αδελφοί, μας έδωσε για όλα τα θέματα, όσες πληροφορίες μας χρειάζονται για τη σωτηρία μας. Ακούσαμε σήμερα για τον θάνατο και την μετά θάνατον ζωή. Χωρίς να μας πιέζει, χωρίς να μας υποχρεώνει να τις δεχτούμε με το ζόρι. Οι διδασκαλίες του Χριστού είναι η αποκάλυψη της αλήθειας που κανείς άλλος δεν μπορεί να γνωρίζει.

Η Εκκλησία μάς προσφέρει τις αλήθειες του Χριστού με τον πιο απλό τρόπο, για να τις καταλαβαίνουμε και να μην αναζητούμε απαντήσεις για τα μεγάλα αυτά θέματα, εκεί που δεν υπάρχουν. Οι σοφοί όλου του κόσμου δεν μπορούν να δώσουν πληροφορίες για τα θέματα αυτά. Μόνον ο Χριστός είπε την αλήθεια. Εκείνος μόνο μπορούσε να πει: «Εγώ ειμί η αλήθεια», «Εγώ ειμί η οδός», « Εγώ ειμί το φως του κόσμου». Για το πιο μεγάλο και το πιο σοβαρό πρόβλημα που απασχολεί όλους τους ανθρώπους, για τον θάνατο και για την μετά θάνατον ζωή, κανείς δεν μίλησε και κανείς δεν μπορεί να μας δώσει την παραμικρή πληροφορία.

Μόνον ο Χριστός, επειδή είναι Θεός, μπορεί να μας διαβεβαιώσει, μέσα από τη διδασκαλία του Ευαγγελίου Του, ότι όλοι που πεθαίνουν πριν την Δευτέρα Παρουσία, θα βρίσκονται στη λεγόμενη μέση κατάσταση και θα προαπολαμβάνουν, οι μεν δίκαιοι την ευτυχία του παραδείσου, οι δε άδικοι τις ανυπόφορες δυσάρεστες καταστάσεις της κολάσεως.

 «και απελεύσονται ούτοι εις κόλασιν αιώνιον οι δε δίκαιοι εις ζωήν αιώνιον»

Αμήν.                                                                                       

Κυριακὴ Ε΄ Λουκᾶ – Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 2 Νοεμβρίου 2025

 ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙϚ´ 19 - 31



19 Ἄνθρωπος δέ τις ἦν πλούσιος, καὶ ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καὶ βύσσον εὐφραινόμενος καθ’ ἡμέραν λαμπρῶς. 20 πτωχὸς δέ τις ἦν ὀνόματι Λάζαρος, ὃς ἐβέβλητο πρὸς τὸν πυλῶνα αὐτοῦ ἡλκωμένος 21 καὶ ἐπιθυμῶν χορτασθῆναι ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τοῦ πλουσίου· ἀλλὰ καὶ οἱ κύνες ἐρχόμενοι ἐπέλειχον τὰ ἕλκη αὐτοῦ. 22 ἐγένετο δὲ ἀποθανεῖν τὸν πτωχὸν καὶ ἀπενεχθῆναι αὐτὸν ὑπὸ τῶν ἀγγέλων εἰς τὸν κόλπον Ἀβραάμ· ἀπέθανε δὲ καὶ ὁ πλούσιος καὶ ἐτάφη. 23 καὶ ἐν τῷ ᾅδῃ ἐπάρας τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ, ὑπάρχων ἐν βασάνοις, ὁρᾷ Ἀβραὰμ ἀπὸ μακρόθεν καὶ Λάζαρον ἐν τοῖς κόλποις αὐτοῦ. 24 καὶ αὐτὸς φωνήσας εἶπε· πάτερ Ἀβραάμ, ἐλέησόν με καὶ πέμψον Λάζαρον ἵνα βάψῃ τὸ ἄκρον τοῦ δακτύλου αὐτοῦ ὕδατος καὶ καταψύξῃ τὴν γλῶσσάν μου, ὅτι ὀδυνῶμαι ἐν τῇ φλογὶ ταύτῃ. 25 εἶπε δὲ Ἀβραάμ· τέκνον, μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες σὺ τὰ ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου, καὶ Λάζαρος ὁμοίως τὰ κακά· νῦν δὲ ὧδε παρακαλεῖται, σὺ δὲ ὀδυνᾶσαι· 26 καὶ ἐπὶ πᾶσι τούτοις μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται, ὅπως οἱ θέλοντες διαβῆναι ἔνθεν πρὸς ὑμᾶς μὴ δύνωνται, μηδὲ οἱ ἐκεῖθεν πρὸς ἡμᾶς διαπερῶσιν. 27 εἶπε δέ· ἐρωτῶ οὖν σε, πάτερ, ἵνα πέμψῃς αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου· 28 ἔχω γὰρ πέντε ἀδελφούς· ὅπως διαμαρτύρηται αὐτοῖς, ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου. 29 λέγει αὐτῷ Ἀβραάμ· ἔχουσι Μωϋσέα καὶ τοὺς προφήτας· ἀκουσάτωσαν αὐτῶν. 30 ὁ δὲ εἶπεν· οὐχί, πάτερ Ἀβραάμ, ἀλλ’ ἐάν τις ἀπὸ νεκρῶν πορευθῇ πρὸς αὐτοὺς, μετανοήσουσιν. 31 εἶπε δὲ αὐτῷ· εἰ Μωϋσέως καὶ τῶν προφητῶν οὐκ ἀκούουσιν, οὐδὲ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται.



ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙϚ´ 19 - 31


19 Καὶ διὰ νὰ συνεχίσω τὴν διδασκαλίαν περὶ τῆς καλῆς χρησιμοποιήσεως τοῦ πλούτου, σᾶς λέγω καὶ τὴν ἀκόλουθον παραβολήν. Ὑπῆρχε κάποιος ἄνθρωπος πλούσιος καὶ ἐφόρει βασιλικὰ ἐνδύματα. Ἀπ’ ἔξω ἐνεδύετο μάλλινον ροῦχον κόκκινον καὶ πανάκριβον. Ἀπὸ μέσα δὲ ἐφόρει λευκὸν χιτῶνα πολυτελῆ ἀπὸ λεπτόν αἰγυπτιακὸν λινάρι. Καὶ διεσκέδαζε εἰς πλούσια συμπόσια κάθε ἡμέραν μεγαλοπρεπῶς. 20 Ἦτο δὲ καὶ κάποιος πτωχός, ποὺ ἐλέγετο Λάζαρος, ὁ ὁποῖος ἦτο πεταγμένος πλησίον τῆς ἐξώπορτας τοῦ πλουσίου, γεμᾶτος ἀπὸ πληγάς. 21 Καὶ ἐπεθύμει νὰ χορτασθῇ ἀπὸ τὰ ψίχουλα, ποὺ ἔπιπταν ἀπὸ τὸ τραπέζι τοῦ πλουσίου. Ἀλλὰ σὰν νὰ μὴ ἔφθανεν ἡ στέρησις αὐτή, ἐπειδὴ ἦτο σχεδὸν καὶ γυμνός, ἤρχοντο καὶ οἱ σκύλοι καὶ ἔγλυφαν τὰς πληγάς του. Παρ’ ὅλα δὲ αὐτὰ ὁ Λάζαρος δὲν ἔβγαλεν ἀπὸ τὸ στόμα του οὔτε τὴν παραμικρὰν λέξῃ παραπόνου κατὰ τοῦ πλουσίου, ἢ γογγυσμόν τινα κατὰ τοῦ Θεοῦ. 22 Συνέβη δὲ νὰ ἀποθάνῃ ὁ πτωχὸς καὶ νὰ μεταφερθῇ οὗτος ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους εἰς τὰς ἀγκάλας τοῦ Ἀβραάμ, διὰ νὰ εὔρη ἀνάπαυσιν εἰς αὐτὰς ἐν μέσῳ τοῦ Παραδείσου. Ἀπέθανε δὲ καὶ ὁ πλούσιος καὶ ἐτάφη ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους μεγαλοπρεπῶς, χωρὶς νὰ φανοῦν πουθενὰ ἄγγελοι ἀγαθοὶ δι’ αὐτόν. 23 Καὶ εἰς τὸν τόπον τοῦ ᾅδου ἐσήκωσε τὰ μάτια του, ἐνῶ ἐβασανίζετο, καὶ βλέπει τὸν Ἀβραὰμ ἀπὸ μακρυὰ καὶ τὸν Λάζαρον νὰ εἶναι εἰς τοὺς κόλπους του. 24 Καὶ αὐτός, ποὺ εἰς τὴν γῆν τὰ εἶχεν ὅλα καὶ δὲν παρεκάλε κανένα νὰ τὸν βοηθήσῃ, ἐφώναξε τώρα καὶ εἶπε· Πάτερ Ἀβραάμ, κάμε ἔλεος εἰς ἐμέ· λυπήσου με· καὶ στεῖλε τὸν Λάζαρον νὰ βάψῃ τὸ ἄκρον τοῦ δακτύλου του εἰς τὸ νερὸ καὶ νὰ δροσίσῃ τὴν γλῶσσαν μου, διότι τυραννοῦμαι καὶ πονῶ μέσα εἰς αὐτὴν τὴν φλόγα. 25 Εἶπε δὲ ὁ Ἀβραάμ· Παιδί μου, ἐνθυμήσου ὅτι σὺ ἔλαβες μὲ τὸ παραπάνω τὰ ἀγαθά σου, ὅταν ἔζης εἰς τὴν γῆν. Καὶ ὁ Λάζαρος ὁμοίως ἀπήλαυσε τὰ κακὰ τῆς δυστυχίας καὶ τῆς ἀσθενείας. Τώρα ὅμως ἐδῶ ὁ Λάζαρος παρηγορεῖται δι’ αὐτά, ποὺ συνεχῶς ἄλλοτε ὑπέφερε, σὺ δὲ πονεῖς καὶ βασανίζεσαι χωρὶς διακοπήν, ὅπως ἀδιάκοπος καὶ συνεχὴς ἦτο καὶ ἡ ἐπὶ τῆς γῆς εὐτυχία σου. 26 Καὶ ἐκτὸς ἀπὸ ὅλα αὐτά, ποὺ σοῦ εἶπα, ἔχει ἐπὶ πλέον στηριχθῇ μεγάλο βάραθρον μεταξύ μας, ὥστε ἐκεῖνοι, ποὺ θέλουν νὰ περάσουν ἀπ’ ἐδῶ πρὸς σᾶς, νὰ μὴ ἠμποροῦν νὰ διαβοῦν, οὔτε αὐτοί, ποὺ εἶναι ἀπ’ ἐκεῖ, νὰ ἠμποροῦν νὰ διαπεράσουν πρὸς ἡμᾶς. 27 Εἶπε δὲ ὁ πλούσιος· Ἀφοῦ μετὰ θάνατον δὲν ὑπάρχει πλέον ἐλπὶς διὰ πάντα μὴ μετανοήσαντα κατὰ τὴν ἐπὶ γῆς ζωήν του, σὲ παρακαλῶ λοιπόν, πάτερ, νὰ στείλῃς τὸν Λάζαρον εἰς τὸ σπίτι τοῦ πατέρα μου. 28 Διότι ἔχω πέντε ἀδελφούς· στεῖλε τον νὰ τοὺς βεβαιώσῃ ὡς αὐτόπτης μάρτυς περὶ αὐτῶν, ποὺ συμβαίνουν ἐδῶ, διὰ νὰ μὴ ἔλθουν καὶ αὐτοὶ εἰς τὸν τόπον αὐτὸν τῆς τιμωρίας καὶ τῶν βασάνων, ποὺ εὑρίσκομαι ἐγώ. 29 Λέγει εἰς αὐτὸν ὁ Ἀβραάμ· Ἔχουν τὸν Μωϋσῆν καὶ τοὺς προφήτας, ποὺ τοὺς βεβαιώνουν δι’ αὐτά. Ἂς ἀκούσουν ἐκείνους. 30 Ἐκεῖνος δὲ εἶπεν· Ὄχι, πάτερ Ἀβραάμ, δὲν θὰ ὑπακούσουν εἰς τὸν Μωϋσῆν καὶ τοὺς προφήτας. Ἐὰν ὅμως κανένας ἀπὸ τοὺς πεθαμένους ἀνθρώπους ὑπάγῃ εἰς αὐτούς, θὰ μετανοήσουν. 31 Εἶπεν ὅμως εἰς αὐτὸν ὁ Ἀβραάμ· Ἐὰν δὲν ἔχουν τὴν καλὴν διάθεσιν νὰ ὑπακούσουν εἰς τὸν Μωϋσῆν καὶ τοὺς προφήτας, δὲν θὰ πεισθοῦν καὶ ἐὰν ἀκόμη ἀναστηθῇ κάποιος ἐκ νεκρῶν· διότι, ὅταν ἡ πρώτη των ἐντύπωσις ἐκ τῆς ἀναστάσεως ταύτης παρέλθῃ, θὰ ἐπανέλθουν πάλιν εἰς τὴν προτέραν των σκληρότητα.

Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2025

ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 26/10/2025

 


ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ’ ΛΟΥΚΑ    26/10/2025

 

Η εκκλησία μας σήμερα αγαπητοί αδελφοί με το Ευαγγελικό ανάγνωσμα που όρισε να διαβάζεται, μας βοηθάει να γνωρίσουμε κάπως αυτόν που όλοι μας φοβόμαστε. Αυτόν που αποφεύγουμε ακόμη και το όνομα του να αναφέρουμε. Τον διάβολο, που είναι ο μεγαλύτερος εχθρός του ανθρώπου. Τον σατανά. Αυτόν που είναι ο μόνος εχθρός μας που επιβάλλεται να μην συγχωρήσουμε και να μην αγαπήσουμε ποτέ. Πολλοί, πάρα πολλοί διάβολοι, μπήκαν σε έναν δυστυχισμένο άνθρωπο που κατοικούσε στην πόλη Γέργεσα. Μπήκαν για να του κάνουν κακό. Να τον ταλαιπωρήσουν. Γιατί πρωταρχικό έργο του διαβόλου είναι να κάνει κακό. Και επειδή δεν μπορεί να κάνει κακό στον Θεό, τον εκδικείται, ταλαιπωρώντας το αγαπημένο του παιδί που είναι ο άνθρωπος. Δεν υπάρχει αγαπητοί μου, δεν υπάρχει πιο πρόστυχο, πιο ανήθικο και πιο ειδεχθές κακό από αυτό που κάνει ο ευεργετηθείς, στον ευεργέτη του. Γιατί ο Διάβολος ήταν το πιο τιμημένο πρόσωπο απ’ όλα που δημιούργησε ο Θεός. Εωσφόρος λεγόταν. Αυτός που έφερε το φως, την ανατολή. Και επειδή ζήλεψε και φθόνησε τον Θεό, ξέπεσε από το αξίωμά του. Ο Χριστός που ήταν παρών σ’ αυτή τη σκηνή της πτώσεως του εωσφόρου, λέει, «εθεώρουν τον σατανά εκ του ουρανού πεσόντα». Επειδή λοιπόν δεν μπορεί να εκδικηθεί τον Θεό, τον εκδικείται ταλαιπωρώντας τα αγαπημένα του παιδιά, τους ανθρώπους. Αυτός ξεγέλασε τους πρωτόπλαστους και τους παρακίνησε στο να παραβούν την εντολή του Θεού και έτσι να τιμωρηθούν και να τιμωρηθούμε όλοι μας με τον θάνατο. Αυτός διέβαλε-κατηγόρησε τον Θεό στους πρωτόπλαστους, ότι δήθεν τους απαγόρευσε ο Θεός να φάνε από τον συγκεκριμένο καρπό του παραδείσου, για να μην γίνουν Θεοί.

Γι’ αυτό τον ονομάζουμε διάβολο, γιατί διαβάλει τον Θεό στα παιδιά του. Το ίδιο επαναλαμβάνει συνέχεια. Προσπαθεί να πείσει τους ανθρώπους ότι θα είναι ευτυχισμένοι και χαρούμενοι, αν ζούνε σύμφωνα με τις δικές του συμβουλές και όχι υπακούοντας στο Ευαγγέλιο του Χριστού. Η ίδια ιστορία επαναλαμβάνεται. Το ίδιο τέχνασμα σιγοψιθυρίζει στ’ αυτί μας ότι: Οι εντολές του Χριστού είναι δύσκολες και ακατόρθωτες. Αν ζεις σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, θα στερείσαι στη ζωή σου όλα τα ευχάριστα και όλες τις ηδονές, αν ζεις όμως όπως σου λέω εγώ, θα απολαμβάνεις τα πάντα. Θα είσαι ελεύθερος και θα κάνεις στη ζωή σου ό,τι θέλεις, ό,τι σε ευχαριστεί. Σε κάποια τέτοια παγίδα φαίνεται ότι έπεσε ο δυστυχισμένος κάτοικος των Γεργεσών και άφησε κάποια χαραμάδα της ψυχής του ανοιχτή, με αποτέλεσμα να μπει και να εγκατασταθεί μέσα, όχι ένας διάβολος, αλλά ολόκληρο σύνταγμα δαιμόνων. Αποτέλεσμα: Να υποδουλωθεί και πνευματικά και σωματικά. Από κει και πέρα ενεργούσαν αυτοί και όχι ο άνθρωπος, γι’ αυτό είχε και τεράστια δύναμη. Έσπαζε τις αλυσίδες με τις οποίες τον έδεναν και ξέφευγε από εκείνους που κατάφερναν να τον πιάσουν. Τα δαιμόνια τον απομάκρυναν από τους δικούς του και από την πόλη του και τον οδηγούσαν να μένει μόνιμα μέσα στο νεκροταφείο. Τόση δύναμη έχει ο διάβολος, αγαπητοί αδελφοί. Όποιον καταφέρει να τον απομακρύνει από τον Θεό με τα δόλια τεχνάσματά του, από κει και πέρα ο άνθρωπος αυτός ζει όχι όπως θέλει αυτός, αλλά όπως θέλει το αφεντικό που έβαλε στο κεφάλι του, ο διάβολος.

 Ο διάβολος λοιπόν είναι πρόσωπο, πνευματική οντότητα, που λόγω του ότι μόνος του εναντιώθηκε προς τον Θεό, διέστρεψε την φύση του και θέλει να κάνει μόνο το κακό, σε αντίθεση με τους Αγγέλους που θέλουν να κάνουν μόνο το καλό. Λόγω λοιπόν της πνευματικής του φύσεως, αλλά και λόγω της μακραίωνης εμπειρίας του στο κακό, πολύ εύκολα μπορεί να παρασύρει μαζί του τον ανυποψίαστο άνθρωπο που θα ξεγελαστεί από τα τεχνάσματά του και θα πέσει στις θανατηφόρες παγίδες του. Ο διάβολος όμως είναι παντοδύναμος; Κανείς δεν μπορεί να τον νικήσει και να ελευθερώσει τα θύματά του;

Υπάρχει Εκείνος που εύκολα νικάει τον διάβολο. Και αυτός είναι ο Χριστός. Δυνατός ο διάβολος αν συγκριθεί με τον αδύναμο άνθρωπο, αδύναμος όμως αν συγκριθεί με τον παντοδύναμο Θεό. Μόλις λοιπόν αντίκρισε τον Χριστό να πλησιάζει τον δαιμονισμένο των Γεργεσών, έπεσε στα πόδια του και με δυνατή φωνή φώναζε: «Ιησού, υιέ του Θεού του υψίστου δέομαί σου μη με βασανίσεις» (Η΄,28) και συνέχισε χρησιμοποιώντας το στόμα και την γλώσσα του δυστυχισμένου εκείνου ανθρώπου να φωνάζει «Μη με ρίξεις στην άβυσσο». Ο προορισμός, δηλαδή του διάβολου είναι η άβυσσος, ο τόπος απ’ όπου δεν θα μπορεί να βλέπει τον Θεόν. Όποιος δεν βλέπει τον Θεό, ζει την κόλαση! Επομένως αδελφοί μου, δεν πρέπει να φοβόμαστε τον διάβολο. Όταν είμαστε κοντά στον Χριστό. Όταν έχουμε μέσα μας τον Χριστό, δεν έχει καμία εξουσία πάνω μας ο διάβολος. Όταν δεν κατοικεί μέσα μας ο Χριστός τότε υπάρχει κενό. Αυτό το κενό εκμεταλλεύεται ο σατανάς και το συμπληρώνει. Και όταν έλθει μέσα μας ένα διαβολάκι και δεν το διώξουμε γρήγορα, με την προσευχή και την Χριστιανική μας συμπεριφορά, τότε πηγαίνει και φέρνει κι άλλα και κάνουν κατάληψη της ψυχής μας. Αυτό μας λέει ο Χριστός στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον ‘’τότε πορεύεται ο διάβολος και παραλαμβάνει μεθ’ εαυτού έτερα επτά πνεύματα και εισελθόντα κατοικεί εκεί’’ (Ματθ. ). Είπαμε ότι έργο του διαβόλου είναι να κάνει το κακό, γι’ αυτό ξέροντας ότι θα τον βγάλει από τον άνθρωπο του ζήτησε την άδεια να κάνει άλλο κακό, να μπει μέσα στους χοίρους που έβοσκαν στο απέναντι βουνό, με αποτέλεσμα, όλο το κοπάδι να πέσει στα νερά της λίμνης και να πνιγεί. Το μεγαλύτερο όμως κακό ο διάβολος το έκανε στους κατοίκους της πόλεως. Τους έπεισε ότι ο Χριστός ήταν ο αίτιος που έχασαν τις περιουσίες τους, τις επιχειρήσεις τους. Σφύριξε  στ’ αυτί τους ότι είναι καλό να τον διώξουν, γιατί θα τους κάνει  μεγάλη οικονομική καταστροφή αν έμπαινε στην πόλη τους και κήρυττε ότι είναι αμαρτία να τρέφουν χοίρους και να πουλούν το κρέας τους αφού αυτό το απαγόρευε ο Μωσαϊκός νόμος. Γι’ αυτό διώξτε τον.  Αυτό και έκαναν. Πήγαν στον σημείο που ήταν ο Χριστός με τον θεραπευμένο – ελευθερωμένο – από την δουλεία του διαβόλου άνθρωπο και παρακάλεσαν τον Χριστό να φύγει από τα μέρη τους. Και ο Χριστός που σέβεται την ελευθερία του ανθρώπου, μπήκε στο πλοιάριο μαζί με τους μαθητές του και έφυγε. Τι κρίμα αγαπητοί μου αδελφοί! Πάμπολλοι είναι οι άνθρωποι που τους έχει υποδουλώσει ο διάβολος στα διάφορα πάθη. Τους έχει τυλίξει στα δίχτυα της αμαρτίας και δεν το καταλαβαίνουν. Φιλοχρηματία. Ανηθικότητα. Πορνεία. Μοιχεία. Μέθη. Τζόγος. Και άλλα πάθη, είναι τα ξυλοκέρατα και τα βελανίδια που τους ταΐζει και κείνοι νομίζουν ότι απολαμβάνουν τις καλύτερες τροφές. Μέσα στις αμαρτωλές τους ηδονές, βρίσκεται το θανατηφόρο δηλητήριο που έχει βάλει ο διάβολος. Το ζητούμενο είναι, εμείς να προσέχουμε τους λογισμούς μας, μη τυχόν μέσα απ’ αυτούς βρει τον τρόπο ο παμπόνηρος σατανάς να μπει στον μυαλό μας και να καταφέρει να κερδίσει την καρδιά μας. To μεγαλύτερο και εξυπνότερο τέχνασμα του είναι να μας πείσει ότι δεν υπάρχει και έτσι ανενόχλητος να κάνει την καταστροφική δουλειά του. Επιπλέον ελλοχεύει ο κίνδυνος να μας πείσει να νομίζουμε ότι είμαστε τόσο δυνατοί, που δεν τον φοβόμαστε. Ότι εμάς δεν πρόκειται να μας ξεγελάσει. Για να γλυτώσουμε αγαπητοί  μου από αυτόν τον παμπόνηρο εχθρό μας, πρέπει να δώσουμε όλη την καρδιά μας στον Χριστό! Όλη η ζωή μας να είναι Χριστοκεντρική. Ο Χριστός να γεμίζει τον νου μας, τη  σκέψη μας, την καθημερινότητά μας. Να προσευχόμαστε, να εκκλησιαζόμαστε, να εξομολογούμαστε, να κοινωνάμε και γενικά ό,τι κάνουμε, ό,τι λέμε, ό,τι σκεπτόμαστε, να ξεκινούν και να καταλήγουν στον Χριστό, για να μη βρίσκει την παραμικρή αφορμή ο διάβολος να βάζει στο μυαλό μας τους αντίχριστους και ψυχοφθόρους δικούς του λογισμούς. Το παιχνίδι παίζεται στους λογισμούς. Αν γεμίζουμε το μυαλό μας με καλούς λογισμούς, δεν αφήνουμε τον σατανά να σπέρνει τους δικούς του, τους εφάμαρτους κακούς λογισμούς.

Στις μέρες μας ο διάβολος κάνει χρυσές δουλειές. Χρησιμοποιεί όλη την τεχνική πρόοδο του ανθρώπου, για να τον βλάψει με τα ίδια του τα επιτεύγματα. Τηλεόραση – Ίντερνετ – κινητά, όλα είναι στη διάθεσή του. Μάγοι – χαρτορίχτρες – μέντιουμ – αστρολόγοι, όλοι δουλεύουν γι’ αυτόν. Διώχνουν τους ανθρώπους μακριά από το Χριστό και τους ρίχνουν στα νύχια και στα δόντια του σατανά ο οποίος, «ως λέων ωρύεται, ζητών τίνα καταπιεί.» Ο Άγιος Πορφύριος μάς συμβουλεύει, να μην του δίνουμε σημασία, να τον περιφρονήσουμε. Να προσηλώσουμε τα βλέμματά μας και την πορεία μας προς τον Χριστό. Όταν η ζωή μας γεμίσει με Χριστό, δεν βρίσκει ο διάβολος χώρο κενό στην καρδιά μας για να την καταλάβει. Είναι ξεδοντιασμένο θηρίο πλέον. Τον Χριστό τον φοβάται, γι’ αυτό στα Γέργεσα ακούσαμε να τον παρακαλεί «Δέομαί σου μη με βασανίσεις.»                              

                       

Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 26 Ὀκτωβρίου 2025, ΣΤ΄ Λουκᾶ (Λουκ. η΄ 27-39)

 



ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Η´ 27 - 39



27 ἐξελθόντι δὲ αὐτῷ ἐπὶ τὴν γῆν ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν, καὶ ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο, καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ’ ἐν τοῖς μνήμασιν. 28 ἰδὼν δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἀνακράξας προσέπεσεν αὐτῷ καὶ φωνῇ μεγάλῃ εἶπε· Τί ἐμοὶ καὶ σοί, Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; δέομαί σου, μή με βασανίσῃς. 29 παρήγγειλε γὰρ τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ ἐξελθεῖν ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου. πολλοῖς γὰρ χρόνοις συνηρπάκει αὐτόν, καὶ ἐδεσμεῖτο ἁλύσεσι καὶ πέδαις φυλασσόμενος, καὶ διαρρήσσων τὰ δεσμὰ ἠλαύνετο ὑπὸ τοῦ δαίμονος εἰς τὰς ἐρήμους. 30 ἐπηρώτησε δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων· Τί σοί ἐστιν ὄνομα; ὁ δὲ εἶπε· Λεγεών· ὅτι δαιμόνια πολλὰ εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν· 31 καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν. 32 Ἦν δὲ ἐκεῖ ἀγέλη χοίρων ἱκανῶν βοσκομένη ἐν τῷ ὄρει· καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα ἐπιτρέψῃ αὐτοῖς εἰς ἐκείνους εἰσελθεῖν· καὶ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς. 33 ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον εἰς τοὺς χοίρους, καὶ ὥρμησεν ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν λίμνην καὶ ἀπεπνίγη. 34 ἰδόντες δὲ οἱ βόσκοντες τὸ γεγενημένον ἔφυγον, καὶ ἀπήγγειλαν εἰς τὴν πόλιν καὶ εἰς τοὺς ἀγρούς. 35 ἐξῆλθον δὲ ἰδεῖν τὸ γεγονὸς, καὶ ἦλθον πρὸς τὸν Ἰησοῦν, καὶ εὗρον καθήμενον τὸν ἄνθρωπον, ἀφ’ οὗ τὰ δαιμόνια ἐξεληλύθει, ἱματισμένον καὶ σωφρονοῦντα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ, καὶ ἐφοβήθησαν. 36 ἀπήγγειλαν δὲ αὐτοῖς οἱ ἰδόντες πῶς ἐσώθη ὁ δαιμονισθείς. 37 καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν ἅπαν τὸ πλῆθος τῆς περιχώρου τῶν Γαδαρηνῶν ἀπελθεῖν ἀπ’ αὐτῶν, ὅτι φόβῳ μεγάλῳ συνείχοντο· αὐτὸς δὲ ἐμβὰς εἰς τὸ πλοῖον ὑπέστρεψεν. 38 ἐδέετο δὲ αὐτοῦ ὁ ἀνὴρ, ἀφ’ οὗ ἐξεληλύθει τὰ δαιμόνια, εἶναι σὺν αὐτῷ· ἀπέλυσε δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων· 39 Ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός. καὶ ἀπῆλθε καθ’ ὅλην τὴν πόλιν κηρύσσων ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς.



ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Η´ 27 - 39


27 Ὅταν δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐβγῆκεν εἰς τὴν ξηράν, τὸν συνήντησε κάποιος ἄνθρωπος καταγόμενος ἀπὸ τὴν πόλιν, ὁ ὁποῖος εἶχε μέσα του δαιμόνια ἀπὸ πολλὰ χρόνια καὶ δὲν ἐφοροῦσεν ἐπάνω του ροῦχα καὶ δὲν ἔμενεν εἰς σπίτι, ἀλλὰ μέσα εἰς τὰ μνήματα. 28 Ὅταν ὅμως εἶδε τὸν Ἰησοῦν, ἀπὸ τὸν φόβον τοῦ ἐφώναξε δυνατὰ καὶ ἔπεσεν εἰς τοὺς πόδας του καὶ μὲ φωνὴν μεγάλην εἶπε· Ποία σχέσις ὑπάρχει μεταξὺ ἐμοῦ καὶ σοῦ καὶ τὶ ζητᾷς ἀπὸ ἐμέ, Ἰησοῦ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου; Σὲ παρακαλῶ μὴ μὲ βασανίσῃς, καὶ μὴ μοῦ ἐπιβάλῃς τὴν τιμωρίαν νὰ ἐγκλεισθῶ ἀπὸ τώρα εἰς τὰ σκότη τοῦ Ἅδου. 29 Εἶπε δὲ τὸν λόγον αὐτὸν ὁ δαιμονιζόμενος, διότι ὁ Ἰησοῦς παρήγγειλε καὶ διέταξε τὸ ἀκάθαρτον πνεῦμα νὰ βγῇ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπον. Διότι ἐπὶ πολλὰ ἔτη τὸν εἶχε κυριεύσει. Καὶ λόγῳ τῆς ἀγρίας ἑξάψεως, ποὺ τοῦ ἐδημιουργεῖ, τὸν ἔδεναν μὲ ἁλύσεις καὶ μὲ σιδηρᾶ δεσμὰ εἰς τὰ πόδια, ἐπειδὴ τὸν ἐφύλαττον νὰ μὴ κακοποιήσῃ ἢ βλάψῃ τινά. Ἀλλ’ αὐτὸς ἔσπαζε τὰ δεσμὰ καὶ ἐσύρετο βιαίως ὑπὸ τοῦ δαίμονος εἰς τοὺς ἐρήμους τόπους. 30 Τὸν ἠρώτησε δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ τοῦ εἶπε· Τί εἶναι τὸ ὄνομά σου; Αὐτὸς δὲ εἶπε· Λεγεών, δηλαδὴ σύνταγμα στρατιωτῶν. Καὶ ἦτο αὐτὸ τὸ ὄνομά του, διότι οὐχὶ ἕν, ἀλλὰ πολλὰ δαιμόνια εἶχον εἰσέλθει εἰς τὸν ἄνθρωπον αὐτόν. 31 Καὶ διὰ στόματος τοῦ δαιμονιζομένου παρεκάλουν αὐτὸν νὰ μὴ διατάξῃ νὰ ὑπάγουν εἰς τὰ τρίσβαθα τοῦ Ἅδου. 32 Ἦτο δὲ ἐκεῖ ἕνα κοπάδι ἀπὸ πολλοὺς χοίρους, ποὺ ἔβοσκαν εἰς τὸ βουνόν. Καὶ τὸν παρεκάλουν νὰ ἐπιτρέψῃ εἰς αὐτὰ νὰ ἔμβουν εἰς ἐκείνους τοὺς χοίρους. Καὶ ἐπειδὴ αὐτοί, ποὺ ἔτρεφον τοὺς χοίρους, ἔπραττον τοῦτο παρὰ τὸν Μωσαϊκὸν νόμον, ὁ ὁποῖος ἀπηγόρευεν ὡς ἀκάθαρτον τὸ χοιρινὸν κρέας, ὁ Κύριος τιμωρῶν τὴν παρανομίαν ταύτην ἐπέτρεψε τοῦτο εἰς αὐτά. 33 Ἀφοῦ δὲ ἐβγῆκαν τὰ δαιμόνια ἀπὸ τὸν ἄνθρωπον, ἐμβῆκαν εἰς τοὺς χοίρους. Καὶ ἔτρεξεν ἀσυγκράτητα καὶ μὲ μανίαν τὸ κοπάδι ἀπὸ τὸ ἐπάνω μέρος τοῦ κρημνοῦ πρὸς τὰ κάτω εἰς τὴν λίμνην καὶ ἐπνίγη. 34 Ὅταν δὲ ἐκεῖνοι, ποὺ ἔβοσκαν τοὺς χοίρους, εἶδαν αὐτὸ ποὺ ἔγινεν, ἔφυγαν. Καὶ ἀνήγγειλαν τὸ συμβὰν τῆς καταστροφῆς τῶν χοίρων εἰς τοὺς κατοίκους τῆς πόλεως καὶ εἰς ἐκείνους, ποὺ ἔμεναν ἔξω εἰς τοὺς ἀγρούς. 35 Ἐβγῆκαν δὲ ἀπὸ τὴν πόλιν καὶ τὰ περίχωρα οἱ ἄνθρωποι διὰ νὰ ἴδουν ἐκεῖνο ποὺ ἔγινε. Καὶ ἦλθον εἰς τὸν Ἰησοῦν. Καὶ ηὗραν τὸν ἄνθρωπον, ἀπὸ τὸν ὁποῖον εἶχαν βγῇ τὰ δαιμόνια, νὰ κάθεται κοντὰ εἰς τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ ἐνδεδυμένος καὶ σωφρονισμένος. Καὶ ἐφοβήθησαν. 36 Τοὺς διηγήθησαν δὲ καὶ ἐκεῖνοι, ποὺ εἶχαν ἴδει τὸ περιστατικόν, πῶς ἔγινε καλὰ ὁ δαιμονισμένος. 37 Καὶ τὸν παρεκάλεσαν ὅλον τὸ πλῆθος τῆς περιφερείας τῶν Γαδαρηνῶν νὰ φύγῃ ἀπὸ αὐτούς, διότι ἐκυριεύθησαν ἀπὸ μεγάλον φόβον, ὅταν εἶδαν τὴν δικαίαν τιμωρίαν, ποὺ ἐπεβλήθη εἰς αὐτούς, οἱ ὁποῖοι παρὰ τὴν ἀπαγόρευσιν τοῦ νόμου ἔτρεφον χοίρους. Αὐτὸς δέ, ἀφοῦ ἐμβῆκεν εἰς τὸ πλοῖον, ἐπέστρεψεν εἰς τὸ μέρος, ἀπὸ τὸ ὁποῖον εἶχεν ἔλθει. 38 Παρεκάλει δὲ αὐτὸν ὁ ἄνθρωπος, ἀπὸ τὸν ὁποῖον εἶχαν βγῇ τὰ δαιμόνια, νὰ μένῃ μαζί του. Ὁ Ἰησοῦς ὅμως τὸν ἀφῆκεν ἐλεύθερον καὶ τοῦ παρήγγειλε νὰ φύγῃ λέγων· 39 Γύρισε ὀπίσω εἰς τὸ σπίτι σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἔκαμεν εἰς σὲ ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος σὲ ἀπήλλαξεν ἀπὸ τὰ δαιμόνια. Καὶ ἔφυγεν ἐκεῖνος καὶ διεκήρυττεν εἰς ὅλην τὴν πόλιν ὅσα τοῦ ἔκαμεν ὁ Ἰησοῦς.

Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2025

ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 19/10/2025

 


ΚΥΡΙΑΚΗ: Γ’ ΛΟΥΚΑ

 «Νεανίσκε σοι λέγω εγέρθητι» (Λουκά Ζ’ 11-16) – Κυριακή Γ’ Λουκά 19/10/2025

 

Η διήγηση του Ευαγγελίου που ακούσαμε σήμερα αγαπητοί αδελφοί, οδηγεί τη σκέψη μας, στο πιο δυσάρεστο αλλά και το πιο σίγουρο γεγονός της ζωής του ανθρώπου, που είναι ο θάνατος. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς μάς μεταφέρει στην πόλη Ναΐν και μας καλεί να παρακολουθήσουμε την χαροκαμένη εκείνη μάνα που οδηγούσε το μονάκριβο παιδί της στην τελευταία του κατοικία. Πολύς κόσμος είχε μαζευτεί στην κηδεία, μα κανένας δεν μπορούσε να την παρηγορήσει μιας και κανένας δεν ήταν δυνατόν να επαναφέρει στην ζωή το νεκρό παιδί της. Και όμως, μέσα σ’ αυτήν την τόσο βαριά και πένθιμη ατμόσφαιρα ακούγεται η γεμάτη παρηγοριά φωνή του Χριστού. Εκείνος και η συνοδεία Του έρχονταν από την αντίθετη κατεύθυνση. Έμπαιναν στην πόλη την ώρα που έβγαινε η κηδεία. Σταματάει αυτούς που σήκωναν το νεκρό και απευθύνεται στη μαυροφορεμένη μητέρα του. «Μη κλαις» της λέει. Στη συνέχεια απευθύνεται το νεκρό παλικάρι και του λέει. «Νεανίσκε σοι λέγω εγέρθητι». Ο νεκρός ανασηκώνεται. Ο Χριστός τον πιάνει από το χέρι  και τον δίνει στη μητέρα του ζωντανό. Η ζωή νίκησε το θάνατο!

Η ανάσταση του υιού της χήρας στην πόλη Ναΐν  αγαπητοί αδελφοί, καθώς και οι δύο άλλες αναστάσεις νεκρών της θυγατρός του Ιαείρου και του τετραημέρου Λαζάρου που μας περιγράφουν τα Ευαγγέλια, μας βοηθούν στο να διατυπώσουμε μερικές παρατηρήσεις πάνω στο μεγάλο θέμα του θανάτου και να δούμε τι διδάσκει η Εκκλησία μας γι’ αυτό. Φαίνεται καθαρά και στις τρεις περιπτώσεις ότι ο άνθρωπος αποτελείται από δύο στοιχεία. Από το σώμα που είναι φθαρτό και κάποια στιγμή πεθαίνει και από την ψυχή που είναι άφθαρτη και γι’ αυτό αθάνατη. Το σώμα αρχίζει να υπάρχει από τη στιγμή της σύλληψης του ανθρώπου από τους γονείς του, αλλά ταυτόχρονα την ίδια στιγμή ζωοποιείται με την ένωσή του με την αθάνατη ψυχή που του χαρίζει ο Θεός. Το σώμα ζει εφ’ όσον μέσα του υπάρχει η ψυχή. Όταν αποχωρήσει η ψυχή το σώμα νεκρώνεται χωρίς  να χάνεται. Αποσυντίθεται « εις τα εξ’ ών συντέθη» αλλά δεν χάνεται. Και νεκρό που είναι, υπάρχει και περιμένει να ενωθεί ξανά με την ψυχή του, για να συνεχίσουν να ζουν μαζί. Και στις 3 αναστάσεις που περιγράφονται στα Ευαγγέλια, ακούμε τον Χριστό να καλεί την ψυχή του νεκρού να επανέλθει στο σώμα της. «Η παίς εγείρου» Κορίτσι μου σήκω επάνω, λέει στο νεκρό κοριτσάκι του Ιαείρου. «Νεανίσκε σοι λέγω εγέρθητι» Τον ακούσαμε να λέει στο νεκρό παλικάρι. «Λάζαρε δεύρο έξω» προσκαλεί το φίλο Του να  βγει από το μνήμα.

Σε ποιους απευθύνεται; Φυσικά όχι στα νεκρά σώματα που δεν ακούνε. Απευθύνεται στις ζωντανές – αθάνατες – ψυχές τους που περιμένουν πως και πώς να ενωθούν με τα δικά τους, καταδικά τους  σώματα, που έζησαν μαζί σ’ αυτή τη ζωή. Ο πιο δυνατός έρωτας, διδάσκουν οι άγιοι Πατέρες, είναι ο έρωτας που αναπτύσσεται μεταξύ της ψυχής και του σώματος του κάθε ανθρώπου που έρχεται σ’ αυτήν τη ζωή. Γι’ αυτό μόλις άκουσαν την φωνή του Χριστού έσπευσαν να ενωθούν με τα αγαπημένα τους σώματα.

Άρα σωστά λένε ότι θάνατος είναι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα και ότι η ψυχή είναι εκείνη που ζωοποιεί το σώμα!

Ένα δεύτερο που διδασκόμαστε σήμερα από το Ευαγγελικό ανάγνωσμα που ακούσαμε, είναι ότι Εκείνος που ελέγχει αυτή τη ζωοποιό σχέση μεταξύ σώματος και ψυχής είναι εκείνος «δι’ ού τα πάντα εγένετο», δηλαδή ο Χριστός.   Εκείνος που δημιούργησε και το σώμα και την ψυχή, Εκείνος ελέγχει και τη συνάφειά τους. Εκείνος όρισε να ενωθούν  κατά τη σύλληψή τους. Εκείνος ελέγχει και ορίζει τη σχέση τους και το χωρισμό τους. Εκείνος θα αποφασίσει και την αιώνια επανένωσή τους.

Όλα έγιναν, γίνονται και θα γίνουν όπως τα θέλει ο Χριστός. Η επί γης παρουσία Του καταγράφει αυτήν την πραγματικότητα. Γεννιέται μέσα στα σπλάχνα της Παναγίας ως άνθρωπος, με ψυχή και σώμα. Με το θάνατό Του επί του Σταυρού, -η ψυχή Του πηγαίνει στον Άδη για να κηρύξει στους νεκρούς, το σώμα Του παραμένει στον τάφο. Με την Ανάστασή Του γίνεται η επανένωσή τους. Με την Ανάληψη φθάνει και ως άνθρωπος στο τέλος της διαδρομής, στη Βασιλεία του Θεού. Η διαδρομή της επί γης παρουσίας του Χριστού, προδιαγράφει τη διαδρομή του καθενός  ανθρώπου. Γέννηση – Θάνατος – Ανάσταση – Βασιλεία του Θεού!

Ακόμα, από τις 3 αναστάσεις νεκρών που μας διηγούνται τα Ευαγγέλια μαθαίνουμε ότι η συμβίωση της ψυχής μετά του σώματος, δεν έχει για όλους τους ανθρώπους την ίδια χρονική διάρκεια. Το κοριτσάκι ήταν μόλις 12 ετών. Ο γιος της χήρας ήταν μεγαλύτερος· νεαρός, ενώ ο Λάζαρος ακόμη μεγαλύτερος. Η χρονική διάρκεια της επί γης ζωής του ανθρώπου δεν είναι για όλους η ίδια. Μπορεί κάποιος να ζήσει λίγο χρονικό διάστημα, άλλος περισσότερο και ο τρίτος ακόμη περισσότερο.

Επίσης, μαθαίνουμε, διαβάζοντας το Ευαγγέλιο, ότι τον Χριστό δεν Τον εμποδίζει, αν θέλει να αναστήσει κάποιον, ο χρόνος που θα επέλθει ο χωρισμός του σώματος από την ψυχή. Μόλις λίγη ώρα είχε περάσει από το θάνατο του κοριτσιού. Περισσότερος χρόνος είχε μεσολαβήσει από το θάνατο του παλικαριού. Τέσσερις μέρες από το θάνατο του Λαζάρου και πολλά χρόνια από το θάνατο των ευσεβών ανθρώπων της Παλαιάς Διαθήκης, που αναστήθηκαν με την κάθοδο του Χριστού στον Άδη.

Αγαπητοί αδελφοί, από την ανάστασή του υιού της χήρας της Ναΐν, από τις άλλες αναστάσεις που έκανε ο Χριστός, από το περιεχόμενο της Αγίας Γραφής και από τη διδασκαλία των Πατέρων μας, βγαίνει ότι η Ορθόδοξη διδασκαλία της Εκκλησίας μας σχετικά με τον θάνατο είναι ότι ο άνθρωπος αποτελείται από σώμα και ψυχή. Όταν χωρίζεται η ψυχή από το σώμα, επέρχεται ο θάνατος του σώματος. Το σώμα δε χάνεται, νεκρώνεται. Η ψυχή δεν πεθαίνει ποτέ. Περιμένει εναγωνίως την ανάσταση των σωμάτων για να ενωθεί και πάλι με το αγαπημένο της σώμα. Όπως μαζί έζησαν σ’ αυτή την ζωή και εργάστηκαν μαζί και τις αρετές και τις αμαρτίες, έτσι μαζί ενωμένα θα παρουσιαστούν μπροστά στον Κριτή Ιησού Χριστό κατά τη Β’ Παρουσία για να καταταγούν ανάλογα με τα έργα τους ή στα αριστερά Του, στερούμενοι τη θέα και τη χαρά της Βασιλείας του Θεού, ή στα δεξιά Του, απολαμβάνοντας αιώνια τις χαρές του Παραδείσου, μαζί με την Παναγία, τους Αγγέλους και τους φίλους του Χριστού, τους Αγίους.

Η επιθυμία μας να κερδίσουμε τη Βασιλεία του Θεού, η λαχτάρα μας να ζούμε αιώνια μαζί με τον αγαπημένο μας Χριστό και η ελπίδα μας ότι η αγάπη Του θα μας συγχωρήσει τα αμαρτήματά μας, μας κάνει να αγωνιζόμαστε φιλότιμα σ’ όλη μας τη ζωή να ζούμε σύμφωνα με το θέλημά του Θεού, για να απολαύσουμε το ποθούμενο.

Αμήν.