Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2025

ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 07/12/2025

 



ΚΥΡΙΑΚΗ Ι’ ΛΟΥΚΑ   07/12/2025

          «Και επέθηκεν αυτώ τας χείρας και παραχρήμα ανορθώθη και εδόξαζεν το Θεόν» (Λουκά ΙΓ’,13)

          Το περιστατικό εκείνο που ο Χριστός θεράπευσε μια γυναίκα «συγκύπτουσα» κυρτωμένη επί 18 χρόνια, μας διηγήθηκε σήμερα ο Ευαγγελιστής Λουκάς, αγαπητοί αδελφοί. Μια γυναίκα που δεν μπορούσε να σηκώσει το κεφάλι της επί τόσα χρόνια, περπατούσε με τα τέσσερα, σαν τετράποδο. Παρ’ όλα αυτά δεν παρέλειπε τον εκκλησιασμό της. Κάθε Σάββατο ήταν παρούσα στην Συναγωγή για να προσευχηθεί και να ακούσει το Λόγο του Θεού. Ενώ είχε δικαιολογία να μην πάει. Ούτε η συνείδησή της θα την έλεγχε, ούτε κανένας θα μπορούσε να την κατηγορήσει αν έμενε σπίτι της. Φωτεινό και ταυτόχρονα ελεγκτικό παράδειγμα για μας, που με το παραμικρό εμπόδιο, είμαστε έτοιμοι να μην πάμε στην εκκλησία.

          Αυτή τη φορά μάλιστα βραβεύτηκε από τον Θεό γι’ αυτή της την θυσία. Στην συναγωγή ήταν ο Χριστός και την θεράπευσε. Μόλις την είδε της είπε: «Γύναι απολέλυσαι της ασθενείας σου» κι αμέσως ανορθώθηκε. Μετά από 18 χρόνια, ξανασήκωσε το κεφάλι της και το σώμα της και είδε μπροστά. Και ποιόν είδε! Τον Μεσσία! Αυτόν που τόσα χρόνια περίμενε μαζί με όλους τους Εβραίους, τον Υιόν του Θεού. Τον Σωτήρα του κόσμου. Και δόξαζε τον Θεό.

          Εμείς, αγαπητοί αδελφοί, θα σταθούμε σε μια λεπτομέρεια αυτής της σκηνής, που μας περιγράφει ο Ευαγγελιστής. Στο ότι η δύναμη που έκανε το μεγάλο θαύμα, πέρασε μέσα από τα χέρια του Χριστού και διοχετεύθηκε στην κυρτωμένη ράχη της συγκύπτουσας και ανορθώθη  - έγινε καλά! Και σε άλλες περιπτώσεις βλέπουμε να χρησιμοποιεί ο Χριστός τα χέρια του και να κάνει θαύματα. Ο Λόγος Του σε συνεργασία με το άγγιγμα των χεριών Του θαυματουργούν. Να θυμηθούμε ότι σε ανάλογη περίπτωση, έβαλε τα δάκτυλά Του στα μάτια του τυφλού και ανέβλεψε. Σε άλλη περίπτωση έβαλε τα δάκτυλά Του στα αυτιά του κωφού και άνοιξε η ακοή του. Απλώνει το χέρι Του και ανασηκώνει το νεκρό παλληκάρι στην πόλη Ναΐν. Το ίδιο έκανε και στο πεθαμένο κοριτσάκι του Ιαείρου. «Κορίτσι μου, σήκω επάνω», της λέει και ταυτόχρονα την ανασηκώνει με τα χέρια Του και την παραδίδει ζωντανή στους γονείς της. Με τον ίδιο τρόπο ανασηκώνει το παλληκάρι που με το λόγο Του ελευθερώθηκε από τα δαιμόνια και με το χέρι Του το παραδίδει στον πατέρα του.

          Αυτήν την αόρατη δύναμη, δίνει στους Αποστόλους του ο Χριστός και οι Απόστολοι στους διαδόχους τους. Αυτήν την δύναμη παίρνουν οι ιερείς όλων των αιώνων, αγαπητοί αδελφοί, και την μεταδίδουν στους πιστούς. Μέσα από το χέρι του ιερέως διοχετεύεται η χάρις του Θεού στο μωράκι που για πρώτη φορά εκκλησιάζεται κατά την σαράντησή του. Με το ίδιο χέρι ευλογεί ο ιερέας το νερό της Βαπτίσεως. Αυτό το χέρι θα υψωθεί στην Αγία Τράπεζα και θα ευλογήσει τον άρτον και τον οίνον, για να μετατραπούν σε σώμα και αίμα Χριστού. Με αυτό το χέρι θα πιάσει την Αγία Λαβίδα ο ιερέας για να μας κοινωνήσει. Το ίδιο χέρι θα υψωθεί και θα σχηματίσει το σημείο του Σταυρού, για να μας χαρίσει την ειρήνη του Θεού.  «Ειρήνη πάσι», θα ακούσουμε από τον λαμπροφορεμένο ιερέα που εκείνη την ώρα είναι γεμάτος φως από το φως του Χριστού. Μέσα σ’ αυτό το χέρι κυκλοφορεί το αίμα του Χριστού και εμείς πηγαίνουμε να το ασπαστούμε με επίγνωση ότι δεν ασπαζόμαστε τον άνθρωπο ιερέα, αλλά τον ίδιο τον Χριστό που αξιώνει ανθρώπους να Τον εκπροσωπούν, όσο αμαρτωλοί κι αν είναι. Την ώρα που λειτουργεί ο ιερέας, δεν είναι ένας απλός – συνηθισμένος άνθρωπος. Είναι εκείνος που δανείζει το σώμα του στον Χριστό, για να επιτελούνται τα μυστήρια με τέτοιο τρόπο που να είναι προσιτός στους ανθρώπους. Και οι Άγγελοι ζηλεύουν τους ιερείς την ώρα των μυστηρίων, γιατί σ’ αυτούς, δεν έχει δοθεί η δυνατότητα να επιτελούν τα μυστήρια. Έκθαμβοι στέκονται γύρω από την Αγία Τράπεζα, όταν λειτουργεί ο ιερέας!!! Ούτε και ο ίδιος ο ιερέας μπορεί να κατανοήσει ότι παρά την αμαρτωλότητά του, επιτελεί έργο που ούτε οι Άγγελοι μπορούν να επιτελέσουν. Γι’ αυτό δεν καυχάται και δεν επαίρεται, αλλά κλινόμενος την κεφαλή ζητάει από τον Θεό να τον ενισχύσει στην επιτέλεση των μυστηρίων. Να τον συγχωρήσει και να κατακαύσει τα αμαρτήματά του με τη φωτιά της ιεροσύνης. Αλλά και απέναντι των ανθρώπων δεν αισθάνεται ο ιερέας, ότι είναι κάτι. Ντρέπεται γιατί γνωρίζει ότι πολλοί χριστιανοί είναι ανώτεροι πνευματικά απ’ αυτόν και γι’ αυτό, τρεις φορές κατά τη Θεία Λειτουργία, στρέφεται προς το εκκλησίασμα και ζητάει να τον συγχωρήσουν οι αδελφοί χριστιανοί! «Αδελφοί συγχωρήσατέ μοι», λέει, πριν σηκώσει τα Άγια και πριν κοινωνήσει. Το ίδιο επαναλαμβάνει και πρωί πρωί πριν μπει στο ιερό για να αρχίσει την ακολουθία. Εάν οι πιστοί θεωρούν την ιεροσύνη μεγάλο πράγμα, ο ιερέας την θεωρεί, όχι μόνο μεγάλο, αλλά και βαρύ πράγμα. Ασήκωτη είναι γι’ αυτόν η ευθύνη που φέρει στους ώμους του και την κάνει ακόμη βαρύτερη η συναίσθηση της αμαρτωλότητάς του και η συνειδητοποίηση της αναξιότητάς του. Γι’ αυτό ο εσταυρωμένος είναι απέναντι από την Αγία Τράπεζα, για να Τον βλέπει συνέχεια ο λειτουργός ιερέας και να ζητάει από τον Χριστό βοήθεια να σηκώνει το βάρος της ιερατικής του αποστολής. Γι’ αυτό είναι στην κόγχη του ιερού ζωγραφισμένη η Πλατυτέρα, για να νιώθει ο ιερέας ότι με υψωμένα τα χέρια της η Παναγία, παρακαλεί τον Υιό και Θεό της, να σκεπάζει τους ιερείς όταν επιτελούν την αναίμακτη θυσία.

          Αγαπητοί αδελφοί, ο Χριστός μας σήμερα άπλωσε τα χέρια Του και άγγιξε την κυρτωμένη εκείνη γυναίκα και αυτή έγινε αμέσως καλά. Την δύναμη αυτή των χεριών Του, ο Χριστός την έδωσε στους Αποστόλους Του και σ’ όλους τους αντιπροσώπους Του, επί της γης, τους ιερείς. Με αυτήν την πίστη και τη βεβαιότητα συμμετέχουμε κι εμείς στα μυστήρια της Εκκλησίας μας. Περιμένουμε και λαχταρούμε να πάρουμε από το χέρι του ιερέως τη χάρη και την ευλογία του Χριστού. Αυτό το χέρι μας βαπτίζει, αυτό το χέρι μας κοινωνάει, αυτό το χέρι μας χαρίζει την άφεση των αμαρτιών στην εξομολόγηση, αυτό ευλογεί τον γάμο μας, αυτό μας μοιράζει το αντίδωρο, αυτό αγιάζει το νερό στον αγιασμό. Αυτό μας ευλογεί και μας χαρίζει την ειρήνη του Θεού. Το χέρι του ιερέως είναι η προέκταση των χεριών του Χριστού που ακούσαμε σήμερα. «Και επέθηκεν αυτή τας χείρας και παραχρήμα ανορθώθη».

Αμήν.

Κυριακὴ Ι΄ Λουκᾶ – Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 7 Δεκεμβρίου 2025

 



 Ἦν δὲ διδάσκων ἐν μιᾷ τῶν συναγωγῶν ἐν τοῖς σάββασι. 11 καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ, καὶ ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακύψαι εἰς τὸ παντελές. 12 ἰδὼν δὲ αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς προσεφώνησε καὶ εἶπεν αὐτῇ· Γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου· 13 καὶ ἐπέθηκεν αὐτῇ τὰς χεῖρας· καὶ παραχρῆμα ἀνωρθώθη καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν. 14 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι τῷ σαββάτῳ ἐθεράπευσεν ὁ Ἰησοῦς, ἔλεγε τῷ ὄχλῳ· Ἓξ ἡμέραι εἰσὶν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι· ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθε, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου. 15 ἀπεκρίθη οὖν αὐτῷ ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· Ὑποκριτά· ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀπὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; 16 ταύτην δὲ, θυγατέρα Ἀβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου; 17 καὶ ταῦτα λέγοντος αὐτοῦ κατῃσχύνοντο πάντες οἱ ἀντικείμενοι αὐτῷ, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ’ αὐτοῦ.


ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ


ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΓ´ 10 - 17



10 Ἐδίδασκε δὲ κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου εἰς μίαν ἀπὸ τὰς συναγωγάς. 11 Καὶ ἰδοὺ παρευρίσκετο ἐκεῖ μία γυναῖκα, ἡ ὁποία ἐκ συνεργείας τοῦ πονηροῦ πνεύματος κατείχετο ὑπὸ ἀσθενείας ἐπὶ δεκαοκτὼ ἔτη, καὶ ἦτο δι’ αὐτὸ σκυμμένη διαρκῶς μὲ κυρτωμένον τὸ σῶμα καὶ δὲν ἠδύνατο νὰ σηκώσῃ ὀρθίαν τὴν κεφαλήν της ὁλοτελῶς. 12 Ὅταν δὲ τὴν εἶδεν ὁ Ἰησοῦς, τῆς ἐφώναξε καὶ τῆς εἶπε· Γυναῖκα, εἶσαι λυμένη καὶ ἐλευθερωμένη ἀπὸ τὴν ἀρρώστιάν σου. 13 Καὶ ἔβαλεν ἐπάνω της τὰς χεῖρας του. Καὶ τὴν ἰδίαν στιγμήν, ἐπανέκτησε τὴν ὀρθίαν στάσιν τοῦ σώματός της καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεὸν διὰ τὴν θεραπείαν της. 14 Ἔλαβε δὲ τὸν λόγον ὁ ἀρχισυνάγωγος, γεμᾶτος ἀγανάκτησιν, διότι κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου ἔκαμε τὴν θεραπείαν ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἔλεγεν εἰς τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ· Ἓξ ἡμέραι εἶναι εἰς τὴν διάθεσίν μας, κατὰ τὰς ὁποίας δικαιούμεθα καὶ πρέπει νὰ ἐργαζώμεθα. Κατ’ αὐτὰς λοιπὸν τὰς ἐργασίμους ἡμέρας νὰ ἔρχεσθε καὶ νὰ θεραπεύεσθε, καὶ ὄχι κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου. 15 Ἀπεκρίθη λοιπὸν εἰς αὐτὸν ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· Ὑποκριτά, σὺ ποὺ ὑπὸ τὸ πρόσχημα τοῦ σεβασμοῦ τοῦ Σαββάτου κρύπτεις φθόνον καὶ μοχθηρίαν· ὁ καθένας σας κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου δὲν λύει τὸ βώδι του ἢ τὸν ὄνον του ἀπὸ τὴν φάτνην καὶ δὲν τὸ πηγαίνει νὰ τὸ ποτίσῃ, χωρίς, σύμφωνα μὲ τὴν ἐκ παραδόσεως ἀνεγνωρισμένην ἑρμηνείαν τῆς ἐντολῆς τοῦ Σαββάτου, νὰ θεωρῆται παραβάτης αὐτῆς; 16 Αὐτὴ δέ, ποὺ εἶναι κόρη καὶ ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ, τὴν ὁποίαν ἔδεσεν ὁ σατανᾶς μὲ τὴν ἀρρώστιαν, ὥστε ἐπὶ δεκαοκτὼ ὁλόκληρα χρόνια νὰ μὴ δύναται νὰ σηκωθῇ ὀρθία, δὲν ἦτο πρέπον καὶ ἐπιβεβλημένον νὰ λυθῇ ἀπὸ τὸ μακροχρόνιον αὐτὸ καὶ ὀδυνηρὸν δέσιμον κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου; 17 Καὶ ἐνῷ ἔλεγεν αὐτὰ ὁ Ἰησοῦς, ἐντροπιάζοντο ὅλοι οἱ ἀντίθετοί του. Καὶ ὅλος ὁ λαὸς ἔχαιρε δι’ ὅλα τὰ λαμπρὰ καὶ θαυμαστά ἔργα, ποὺ διαρκῶς ἐγίνετο ἀπὸ αύτόν.

Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2025

Ἀποστόλου Ἀνδρέα – Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 30 Νοεμβρίου 2025


 ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Α´ 35 - 52



35 Τῇ ἐπαύριον πάλιν εἱστήκει ὁ Ἰωάννης καὶ ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ δύο, 36 καὶ ἐμβλέψας τῷ Ἰησοῦ περιπατοῦντι λέγει· Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ. 37 καὶ ἤκουσαν αὐτοῦ οἱ δύο μαθηταὶ λαλοῦντος καὶ ἠκολούθησαν τῷ Ἰησοῦ. 38 στραφεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ θεασάμενος αὐτοὺς ἀκολουθοῦντας λέγει αὐτοῖς· 39 Τί ζητεῖτε; οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· Ραββί· ὃ λέγεται μεθερμηνευόμενον Διδάσκαλε· ποῦ μένεις; 40 λέγει αὐτοῖς· Ἔρχεσθε καὶ ἵδετε. ἦλθαν οὖν καὶ εἶδον ποῦ μένει, καὶ παρ’ αὐτῷ ἔμειναν τὴν ἡμέραν ἐκείνην· ὥρα ἦν ὡς δεκάτη. 41 Ἦν Ἀνδρέας ὁ ἀδελφὸς Σίμωνος Πέτρου εἷς ἐκ τῶν δύο τῶν ἀκουσάντων παρὰ Ἰωάννου καὶ ἀκολουθησάντων αὐτῷ· 42 εὑρίσκει οὗτος πρῶτον τὸν ἀδελφὸν τὸν ἴδιον Σίμωνα καὶ λέγει αὐτῷ· Εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν· ὅ ἐστιν μεθερμηνευόμενον Χριστός· 43 καὶ ἤγαγεν αὐτὸν πρὸς τὸν Ἰησοῦν. ἐμβλέψας αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· Σὺ εἶ Σίμων ὁ υἱὸς Ἰωνᾶ· σὺ κληθήσῃ Κηφᾶς, ὃ ἑρμηνεύεται Πέτρος. 44 Τῇ ἐπαύριον ἠθέλησεν ὁ Ἰησοῦς ἐξελθεῖν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, καὶ εὑρίσκει Φίλιππον καὶ λέγει αὐτῷ· Ἀκολούθει μοι. 45 ἦν δὲ ὁ Φίλιππος ἀπὸ Βηθσαϊδά, ἐκ τῆς πόλεως Ἀνδρέου καὶ Πέτρου. 46 εὑρίσκει Φίλιππος τὸν Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· Ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ. 47 καὶ εἶπεν αὐτῷ Ναθαναήλ· Ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι; λέγει αὐτῷ Φίλιππος· Ἔρχου καὶ ἴδε. 48 εἶδεν ὁ Ἰησοῦς τὸν Ναθαναὴλ ἐρχόμενον πρὸς αὐτὸν καὶ λέγει περὶ αὐτοῦ· Ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι. 49 λέγει αὐτῷ Ναθαναήλ· Πόθεν με γινώσκεις; ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· Πρὸ τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι, ὄντα ὑπὸ τὴν συκῆν εἶδόν σε. 50 ἀπεκρίθη Ναθαναήλ καὶ λέγει αὐτῷ· Ραββί, σὺ εἶ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ. 51 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ὅτι εἶπόν σοι, εἶδόν σε ὑποκάτω τῆς συκῆς, πιστεύεις; μείζω τούτων ὄψῃ. 52 καὶ λέγει αὐτῷ· Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀπ’ ἄρτι ὄψεσθε τὸν οὐρανὸν ἀνεῳγότα, καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καὶ καταβαίνοντας ἐπὶ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου.



ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ Α´ 35 - 52


35 Κατὰ τὴν ἄλλην ἡμέραν ἔστεκε πάλιν ὁ Ἰωάννης εἰς τὸ συνηθισμένον μέρος, ποὺ ἐκήρυττε, καὶ μαζί του ἦσαν καὶ δύο ἀπὸ τοὺς μαθητάς του. 36 Κατὰ τὴν ἄλλην ἡμέραν ἔστεκε πάλιν ὁ Ἰωάννης εἰς τὸ συνηθισμένον μέρος, ποὺ ἐκήρυττε, καὶ μαζί του ἦσαν καὶ δύο ἀπὸ τοὺς μαθητάς του. 37 Καὶ οἱ δύο μαθηταὶ ἤκουσαν αὐτὸν νὰ λέγῃ ταῦτα καὶ ἠκολούθησαν τὸν Ἰησοῦν. 38 Ἔστρεψε δὲ ὀπίσω ὁ Ἰησοῦς καὶ ὅταν τοὺς εἶδε νὰ τὸν ἀκολουθοῦν σιωπηλοὶ παρ’ ὅλον τὸν πόθον, ποὺ εἶχαν νὰ τοῦ ὁμιλήσουν, τοὺς εἶπε· 39 Τί θέλετε καὶ τί ζητεῖτε ἀπὸ ἐμέ; Ἐκεῖνοι δὲ τοῦ εἶπαν· Ραββί, (τὸ ὁποῖον ὅταν μεταφρασθῇ σημαίνει διδάσκαλε), ποὺ μένεις, διὰ νὰ σὲ ἐπισκεφθῶμεν ἐκεῖ καὶ συνομιλήσωμεν; 40 Εἶπε πρὸς αὐτούς· Ἐλᾶτε τώρα καὶ ἴδετε, ποὺ μένω. Ἦλθον λοιπὸν καὶ εἶδον ποὺ μένει. Καὶ παρέμειναν πλησίον του τὴν ἡμέραν ἐκείνην. Ἡ ὥρα δέ, ποὺ συνήντησαν τὸν Ἰησοῦν οἱ δύο μαθηταί, ἦτο περίπου δέκα ἀπὸ τὴν ἀνατολὴν τοῦ ἡλίου, δηλαδὴ τέσσαρες τὸ ἀπόγευμα. 41 Ἕνας δὲ ἀπὸ τοὺς δύο αὐτοὺς μαθητάς, ποὺ ἤκουσαν ἀπὸ τὸν Ἰωάννην τὰ ὅσα εἶπε περὶ τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἠκολούθησαν αὐτόν, ἦτο ὁ Ἀνδρέας, ὁ ἀδελφὸς τοῦ Σίμωνος Πέτρου. 42 Προτοῦ δὲ καὶ ὁ ἄλλος μαθητὴς εὕρῃ τὸν ἀδελφόν του, εὑρίσκει ὁ Ἀνδρέας πρῶτος τὸν ἀδελφὸν τοῦ Σίμωνα καὶ λέγει πρὸς αὐτόν· Εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν, (ὄνομα ποὺ μεταφράζεται εἰς τὴν Ἑλληνικὴν Χριστός). 43 Καὶ μολονότι εἶχεν ἀρχίσει πλέον νὰ νυκτώνῃ, τὸν ἔφερε κατὰ τὴν αὐτὴν ἡμέραν εἰς τὸν Ἰησοῦν. Καὶ ὁ Ἰησοῦς τὸν ἐκύτταξε μὲ βλέμμα ἐρευνητικὸν καὶ εὐμενὲς καὶ τοῦ εἶπε· Σὺ εἶσαι ὁ Σίμων, ὁ υἱὸς τοῦ Ἰωνᾶ· σὺ λόγῳ τοῦ ὅτι θὰ γίνῃς σὰν πέτρα στερεὸς εἰς τὴν πίστιν, θὰ ὀνομασθῇς Κηφᾶς (τὸ ὁποῖον μεταφράζεται Πέτρος). 44 Τὴν ἄλλην ἡμέραν ἀπεφάσισεν ὁ Ἰησοῦς νὰ ἀναχωρήσῃ εἰς τὴν Γαλιλαίαν· καὶ εὑρίσκει τὸν Φίλιππον καὶ τοῦ λέγει· Ἀκολούθησέ με εἰς τὸ ταξίδιον, τὸ ὁποῖον πρόκειται νὰ κάμω. 45 Ἦτο δὲ ὁ Φίλιππος ἀπὸ τὴν Βησθαϊδά, ἀπὸ τὴν πατρίδα τοῦ Ἀνδρέου καὶ τοῦ Πέτρου. 46 Εὑρίσκει ἐν τῷ μεταξὺ ὁ Φίλιππος τὸν Ναθαναὴλ καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ἐκεῖνον, διὰ τὸν ὁποῖον ἔγραψεν ὁ Μωϋσῆς εἰς τὸν νόμον καὶ τὸν ὁποῖον προανήγγειλαν οἱ προφῆται, τὸν εὑρήκαμεν. Καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ Ἰησοῦς, ὁ υἱὸς τοῦ Ἰωσήφ, καὶ κατάγεται ἀπὸ τὴν Ναζαρέτ. 47 Ἀλλ’ ὁ Ναθαναὴλ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ἀπὸ τὴν Ναζαρέτ, τὸ κακὸ καὶ ἄσημον αὐτὸ χωριό, μπορεῖ νὰ βγῇ τίποτε καλόν; Λέγει πρὸς αὐτὸν ὁ Φίλιππος· Ἔλα καὶ ὅταν τὸν ἴδῃς μὲ τὰ μάτια σου, θὰ πεισθῇς. 48 Εἶδεν ὁ Ἰησοῦς τὸν Ναθαναὴλ νὰ ἔρχεται πρὸς αὐτὸν καὶ λέγει δι’ αὐτόν· Νὰ ἕνας γνήσιος καὶ πραγματικὸς Ἰσραηλίτης, εἰς τὸν ὁποῖον δὲν ὑπάρχει πονηρία καὶ ἀνειλικρίνεια, ἀλλ’ ὁ ὁποῖος μὲ εὐθύτητα ποθεῖ νὰ ἀνεύρῃ τὴν ἀλήθειαν. 49 Λέγει εἰς αὐτὸν ὁ Ναθαναήλ· Ἀπὸ ποὺ μὲ γνωρίζεις; Καὶ πῶς εἶσαι πληροφορημένος περὶ τῆς εἰλικρινείας τῶν ἀποκρύφων σκέψεων καὶ ἐλατηρίων μου; Ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς καὶ τοῦ εἶπε· Προτοῦ νὰ σὲ φωνάξῃ ὁ Φίλιππος, ὅταν μακρὰν ἀπὸ κάθε μάτι ἀνθρώπου ἦσο κάτω ἀπὸ τὴν συκῆν καὶ προσηύχεσο, ἐγὼ μὲ τὸ ὑπερφυσικὸν καὶ θεῖον μάτι μου σὲ εἶδα. 50 Ἀπεκρίθη τότε ὁ Ναθαναὴλ καὶ τοῦ εἶπε· Διδάσκαλε, πράγματι σὺ εἶσαι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶσαι ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ, ποὺ ἐπεριμέναμε σύμφωνα μὲ τὰς προφητείας. 51 Ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς καὶ τοῦ εἶπεν· Ἐπειδὴ σοῦ εἶπα, ὅτι σὲ εἶδα κάτω ἀπὸ τὴν συκῆν, πιστεύεις; Θὰ ἴδῃς μεγαλύτερα καὶ θαυμαστότερα ἀπὸ αὐτά. 52 Καὶ λέγει εἰς αὐτόν· Ἐν πάσῃ ἀληθείᾳ σᾶς διαβεβαιῶ, ὅτι ἀπὸ τώρα, ποὺ ἤνοιξε κατὰ τὴν βάπτισίν μου ὁ οὐρανός, θὰ τὸν ἴδετε καὶ σεῖς ἀνοιγμένον καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ να ἀνεβαίνουν καὶ νὰ κατεβαίνουν ἐπὶ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔγινε καὶ τέλειος ἄνθρωπος καὶ ὡς υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι μοναδικὸς ἀντιπρόσωπος τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καὶ πρόκειται νὰ ἔλθῃ πάλιν κριτὴς ἔνδοξος καθήμενος ἐπὶ τῶν νεφελῶν. Θὰ ἀνεβαίνουν δὲ καὶ θὰ κατεβαίνουν οἱ ἄγγελοι διὰ νὰ ὑπηρετοῦν αὐτὸν καὶ τὴν Ἐκκλησίαν του.

Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2025

ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 21/11/2025

 



ΚΥΡΙΑΚΗ Θ’ ΛΟΥΚΑ      23/11/2025

Η παραβολή του Άφρονα Πλουσίου

Στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα αγαπητοί αδελφοί ακούσαμε την παραβολή του άφρονα πλουσίου. Είπεν ο Κύριος:

«Κάποιου πλούσιου ανθρώπου τα χωράφια έδωσαν άφθονη σοδειά. Τότε εκείνος σκεφτόταν κι έλεγε: «τί να κάνω; Δεν έχω μέρος να συγκεντρώσω τα γεννήματά μου! Αλλά να τι θα κάνω, θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου και θα χτίσω μεγαλύτερες για να συγκεντρώσω εκεί όλη τη σοδειά μου και τ’ αγαθά μου. Μετά θα πω στον εαυτό μου: τώρα έχεις πολλά αγαθά, που αρκούν για χρόνια πολλά ˙ ξεκουράσου, τρώγε, πίνε, διασκέδαζε.» Τότε του είπε ο Θεός: «Ανόητε. Αυτή τη νύχτα θα παραδώσεις τη ζωή σου. Αυτά, λοιπόν, που ετοίμασες σε ποιόν θα ανήκουν;» Αυτά παθαίνει όποιος μαζεύει πρόσκαιρους θησαυρούς Κι δεν πλουτίζει τον εαυτό του με ό,τι θέλει ο Θεός.

Την παραβολή αυτή ανέλυσε διεξοδικά ο άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς. Εμείς επιλέξαμε μόνο τον επίλογο αυτής της ομιλίας. Μας συμβουλεύει ο άγιος να παρακαλούμε το Θεό να μην πεθάνουμε ξαφνικά, για να μας δοθεί ο χρόνος να κάνουμε την αυτοεξέτασή μας και να μετανοήσουμε.

Λέγει ο άγιος της Σερβικής Εκκλησίας:

«O αμαρτωλός δημιουργεί διπλή απώλεια με τον ξαφνικό του θάνατο: πρώτα στον εαυτό του κι έπειτα στην οικογένειά του. Στον εαυτό του επειδή πεθαίνει αμετανόητος. Στην οικογένειά του επειδή αιφνιδιάζει τους συγγενείς του μ’ ένα αναπάντεχο χτύπημα κι αφήνει πίσω του εκκρεμότητες. Μακάριος είναι εκείνος που προτού πεθάνει δοκιμάζεται από κάποια αρρώστια, από τον πόνο. Σ’ αυτόν δίνεται η ευκαιρία να κάνει μία ανασκόπηση της ζωής του, να εξετάσει τις αμαρτίες του, να μετανοήσει για όλα τα κακά που έχει κάνει, για όλα τα καλά που δεν έκανε, να θρηνήσει με μετάνοια ενώπιον του Θεού, να καθαρίσει την ψυχή του με δάκρυα και να ζητήσει συχώρεση από το Θεό. Θα ‘χει την ευκαιρία να συγχωρέσει κι αυτός εκείνους που τον πρόσβαλαν, που τον έβλαψαν στη ζωή του, να χαιρετήσει όλους τους φίλους ή εχθρούς του, να θυμίσει στα παιδιά του το φόβο του Θεού, να ‘χουν στο νου την ώρα του δικού τους θανάτου και να οπλίσουν την ψυχή τους με πίστη, προσευχή και καλά έργα.

Ας δούμε στην Παλαιά Διαθήκη πως πέθαναν οι άνθρωποι που ευαρέστησαν στο Θεό: ο Αβραάμ, ο Ισαάκ, ο Ιακώβ, ο Ιωσήφ, ο Μωυσής κι ο Δαβίδ. Προτού πεθάνουν, όλοι τους είχαν αρρωστήσει. Όσο κράτησε η αρρώστια τους, το όνομα του Θεού δεν έλειπε από τα χείλη τους. Άφησαν όλοι καλή κληρονομιά στους απογόνους τους και τους ευλόγησαν. Αυτός είναι θάνατος δίκαιου ανθρώπου.

Ίσως διερωτηθείς: Μα δεν πέθαναν πολλοί από τους δίκαιους στη μάχη, απροετοίμαστοι; Όχι! Οι δίκαιοι ποτέ δεν πεθαίνουν απροετοίμαστοι! Προετοιμάζονται πάντα για το θάνατό τους, περιμένουν από μέρα σε μέρα την αναχώρησή τους απ’ αυτή τη ζωή. Η καρδιά τους βρίσκεται σε διαρκή μετάνοια, εξομολογούνται στο Θεό και τον δοξολογούν. Οι δίκαιοι το κάνουν αυτό σε καιρούς ειρήνης και ευμάρειας. Το κάνουν όμως πολύ περισσότερο σε περιόδους πολέμου, βίας και ταραχών. Η ζωή τους ολόκληρη είναι μια διαρκής προετοιμασία για το θάνατο κι έτσι δεν πεθαίνουν ποτέ απροετοίμαστοι.

Προετοιμασία για το θάνατο σημαίνει επίσης το «να πλουτίζει κανείς εν Χριστώ». Μόνο εκείνοι που πιστεύουν πραγματικά στο Θεό και στη μέλλουσα ζωή προετοιμάζονται για το θάνατο, για την αιώνια ζωή. Οι άπιστοι δεν προετοιμάζονται ποτέ για το θάνατο. Το μόνο που φροντίζουν, είναι να ζήσουν όσο γίνεται περισσότερο στη γη. Φοβούνται ακόμα και να σκεφτούν το θάνατο και κάνουν ελάχιστη προσπάθεια για «να πλουτίσουν εν Χριστώ». Όποιος προετοιμάζεται για το θάνατο, προετοιμάζεται και για την αιώνια ζωή. Τη φύση της προετοιμασίας αυτής για την αιώνια ζωή, τη γνωρίζει κάθε χριστιανός.

Ο συνετός άνθρωπος δοκιμάζει κάθε μέρα την πίστη του στο Θεό, προφυλάσσει την καρδιά του από την απιστία, την αμφιβολία και την κακία, όπως ο συνετός αγρότης προφυλάσσει το αμπέλι του από τα έντομα και τις ακρίδες. Ο συνετός άνθρωπος δοκιμάζει καθημερινά τον εαυτό του αν τηρεί τις εντολές του Θεού με πράξεις συγγνώμης, αγάπης και ελεημοσύνης. Μ’ αυτόν τον τρόπο «πλουτίζει εν Χριστώ». Ο συνετός άνθρωπος δεν αποθηκεύει τα αγαθά του σε αποθήκες, αλλά τα εμπιστεύεται στη φύλαξη του Θεού. Το πιο πολύτιμο πράγμα γι’ αυτόν είναι η ψυχή του. Είναι ο μεγαλύτερος θησαυρός του, το μόνο που δε φθείρεται και δεν πεθαίνει. Ο συνετός άνθρωπος ρυθμίζει τα θέματά του με τον κόσμο ισορροπημένα, καθημερινά. Είναι έτοιμος κάθε στιγμή να πεθάνει με σταθερή την πίστη πως θα παρουσιαστεί ενώπιον του Θεού και κει τον περιμένει ζωή αιώνια. Ο όσιος Αντώνιος έλεγε: «Να σκέφτεσαι μέσα σου και να λες: “Σήμερα είναι η τελευταία μέρα της ζωής μου”. Έτσι δε θ’ αμαρτήσεις ποτέ στο Θεό».

Δεν υπάρχει πιο ανόητο πράγμα από το να πεις: «Καλύτερα να πεθάνω ξαφνικά, να μη νιώσω το θάνατό μου!». Έτσι μιλάνε οι ελαφρόμυαλοι κι οι άθεοι. Ο συνετός κι αφοσιωμένος πιστός λέει: «Γενηθήτω το θέλημα του Θεού!» Καλύτερα να μείνεις χρόνια στο κρεβάτι με αρρώστιες και πόνους, παρά να πεθάνεις απροετοίμαστος κι αμετανόητος. Οι πόνοι σ’ αυτόν τον κόσμο περνούν γρήγορα, όπως κι οι χαρές. Στον άλλο κόσμο όμως δεν υπάρχει τίποτα εφήμερο και παροδικό. Όλα είναι αιώνια, είτε βάσανα είτε χαρά. Γι’ αυτό είναι καλύτερα να υποφέρεις λίγο εδώ παρά εκεί, όπου το μέτρο τόσο του πόνου όσο και της χαράς είναι ασύγκριτα μεγαλύτερο.

Γενηθήτω το θέλημα του Θεού! Προσευχόμαστε στον παντεπόπτη Θεό μας να μη μας στείλει ξαφνικό θάνατο, ενώ βρισκόμαστε μέσα στην αμαρτία, στις κακές μας πράξεις, αλλά να μας λυπηθεί, όπως λυπήθηκε το βασιλιά Εζεκία (βλ. Ησ. λη’ 1-5) και να μας δώσει χρόνο μετάνοιας. Να μας ελεήσει και να μας δώσει κάποια ένδειξη ότι ο θάνατος είναι κοντά, ώστε να βιαστούμε να ζήσουμε κάπως καλύτερα και να γλιτώσουμε την ψυχή μας από το «αιώνιο πυρ». Έτσι τα ονόματά μας θα γραφτούν στη Βίβλο της Ζωής και τα πρόσωπά μας θα είναι ορατά στη βασιλεία του Χριστού, του Θεού μας.»

Γι’ αυτό και ο ιερέας μάς καλεί τακτικά να παρακαλέσουμε τον Χριστό λέγοντας: «Υπέρ του διαφυλαχθήναι ημάς… από σεισμού, καταποντισμού, πυρός, μαχαίρας… και αιφνιδίου θανάτου…»

Αμήν.

Κυριακὴ Θ΄ Λουκᾶ – Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 23 Νοεμβρίου 2025

 

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΒ´ 16 - 21



16 Εἶπε δὲ παραβολὴν πρὸς αὐτοὺς λέγων· Ἀνθρώπου τινὸς πλουσίου εὐφόρησεν ἡ χώρα· 17 καὶ διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ λέγων· τί ποιήσω, ὅτι οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω τοὺς καρπούς μου; 18 καὶ εἶπε· τοῦτο ποιήσω· καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω, καὶ συνάξω ἐκεῖ πάντα τὰ γεννήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου, 19 καὶ ἐρῶ τῇ ψυχῇ μου· ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου. 20 εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Θεός· ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται; 21 οὕτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν.


ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΒ´ 16 - 21


16 Εἶπε δὲ πρὸς αὐτοὺς μίαν παραβολὴν λέγων· Κάποιου πλουσίου ἀνθρώπου εὐτύχησαν καὶ ἀπέδωκαν πλουσίαν παραγωγὴν τὰ ἐκτεταμένα του χωράφια. 17 Καὶ ἀντὶ νὰ εὐχαριστήσῃ τὸν Θεόν, καὶ νὰ εὐχαριστηθῇ δὲ καὶ ὁ ἴδιος διὰ τὴν εὐφορίαν αὐτήν, ἐσυλλογίζετο μέσα του καὶ ἐζαλίζετο λέγων· Τί νὰ κάμω, διότι δὲν ἔχω ποὺ νὰ συνάξω τοὺς περισσεύοντας καρποὺς τῶν χωραφιῶν μου, οἱ ὁποῖοι θέλω νὰ γίνουν ὅλοι ἰδικοί μου, ὥστε νὰ τοὺς ἀπολαύσω μόνος ἐγώ; 18 Καὶ ἐπὶ τέλους ὕστερα ἀπὸ μεγάλην σκέψιν καὶ συλλογισμὸν εἶπε· Τοῦτο θὰ κάμω· θὰ κρημνίσω τὰς ἀποθήκας μου καὶ θὰ οἰκοδομήσω μεγαλυτέρας καὶ εὐρυχωροτέρας. Καὶ θὰ συνάξω ἐκεῖ ὅλα τὰ γενήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου. 19 Καὶ σὰν ἄνθρωπος, ποὺ μόνον τὰς ἀπολαύσεις τῆς κοιλίας ἐγνώρισα, θὰ εἴπω εἰς τὴν ψυχήν μου· ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθά, ποὺ εἶναι ἀποθηκευμένα καὶ σὲ φθάνουν διὰ πολλὰ χρόνια. Μὴ σκοτίζεσαι διὰ τίποτε πλέον, ἀλλὰ ἀπόλαυσε ζωὴν ἀναπαυτικήν· φάγε, πίε, εὐφραίνου. 20 Ἀφοῦ ὅμως τὰ ἐτοίμασεν ὅλα, προτοῦ ἀκόμη προφθάσῃ νὰ εἴπῃ εἰς τὴν ψυχήν του τὰ ὅσα ἐσχεδίαζε, τοῦ εἶπεν ὁ Θεὸς εἴτε διὰ τῆς συνειδήσεως εἴτε εἰς τὸν ὕπνόν του· Ἄμυαλε καὶ ἀνόητε ἄνθρωπε, ποὺ ἐστήριξες τὴν εὐτυχίαν σου εἰς μόνας τὰς ἀπολαύσεις τῆς κοιλίας σου καὶ ἐνόμισες ὅτι ἡ μακροζωΐα σου ἐξηρτᾶτο ἀπὸ τὰ πλούτη σου καὶ ὄχι ἀπὸ ἐμέ. Τὴν νύκτα αὐτήν, τὴν ὁποίαν πρὸ πολλοῦ ὠνειρεύεσο ὡς νύκτα εὐτυχίας, ἀπὸ τὴν ὁποίαν θὰ ἤρχιζεν ἡ ἀναπαυτικὴ καὶ ἀπολαυστικὴ ζωή σου, ζητοῦν χωρὶς ἄλλο νὰ πάρουν τὴν ψυχήν σου. Μετ’ ὀλίγον πεθαίνεις. Αὐτὰ λοιπὸν ποὺ ἐτοίμασες καὶ ἀποθήκευσες, τίνος θὰ εἶναι καὶ εἰς ποίους κληρονόμους θὰ περιέλθουν; 21 Ἔτσι θὰ τὴν πάθῃ καὶ τέτοιο τέλος θὰ ἔχῃ ἐκεῖνος, ποὺ θησαυρίζει διὰ τὸν ἑαυτόν του, διὰ νὰ ἀπολαμβάνῃ αὐτὸς καὶ μόνον ἐγωϊστικὰ τὰ ἀγαθὰ τῆς γῆς, καὶ δὲν ἀποταμιεύει μὲ τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης εἰς τὸν οὐρανὸν θησαυροὺς πνευματικούς, εἰς τοὺς ὁποίους καὶ μόνους ἀρέσκεται ὁ Θεός.

Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2025

Τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου – Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 16 Νοεμβρίου 2025


 ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Θ´ 9 - 13



9 Καὶ παράγων ὁ Ἰησοῦς ἐκεῖθεν εἶδεν ἄνθρωπον καθήμενον ἐπὶ τὸ τελώνιον, Ματθαῖον λεγόμενον, καὶ λέγει αὐτῷ· Ἀκολούθει μοι. καὶ ἀναστὰς ἠκολούθησεν αὐτῷ. 10 Καὶ ἐγένετο αὐτοῦ ἀνακειμένου ἐν τῇ οἰκίᾳ, καὶ ἰδοὺ πολλοὶ τελῶναι καὶ ἁμαρτωλοὶ ἐλθόντες συνανέκειντο τῷ Ἰησοῦ καὶ τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ. 11 καὶ ἰδόντες οἱ Φαρισαῖοι εἶπον τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· Διατί μετὰ τῶν τελωνῶν καὶ ἁμαρτωλῶν ἐσθίει ὁ διδάσκαλος ὑμῶν; 12 ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀκούσας εἶπεν αὐτοῖς· Οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ἰσχύοντες ἰατροῦ, ἀλλ’ οἱ κακῶς ἔχοντες. 13 πορευθέντες δὲ μάθετε τί ἐστιν, Ἔλεον θέλω καὶ οὐ θυσίαν· οὐ γὰρ ἦλθον καλέσαι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλούς εἰς μετάνοιαν.


ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Θ´ 9 - 13


9 Τὸ ὅτι δὲ ἐθεράπευε καὶ τὰς ψυχὰς ὁ Κύριος, τὸ ἔδειξε καὶ πάλιν ὑστέρα ἀπὸ ὀλίγον.Σὰν ἔφυγε δηλαδὴ ἀπ’ ἐκεῖ καὶ διέβαινε πλησίον τῆς λίμνης, εἶδεν ὁ Ἰησοῦς ἕνα ἄνθρωπον, ποὺ ἐκάθητο εἰς τὴν τράπεζαν τῆς εἰσπράξεως τῶν φόρων καὶ ὁ ὁποῖος τώρα ὀνομάζεται Ματθαῖος.Καὶ εἰς τὸν τελώνην αὐτὸν λέγει ὁ Ἰησοῦς· Ἀκολούθει με.Καὶ ἐκεῖνος ἐσηκώθη καὶ τὸν ἠκολούθησε. 10 Καὶ συνέβη, ὅταν αὐτὸς εἶχε γείρει εἰς τὴν τράπεζαν καὶ ἔτρωγεν εἰς τὸ σπίτι τοῦ Ματθαίου, καὶ ἰδοὺ πολλοὶ τελῶναι καὶ ἁμαρτωλοὶ ἦλθαν καὶ ἐκάθηντο μαζὶ μὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ τοὺς μαθητάς του. 11 Καὶ ὅταν εἶδαν αὐτὸ οἱ Φαρισαῖοι, εἶπαν εἰς τοὺς μαθητάς του.Διατὶ ὁ Διδάσκαλός σας τρώγει μαζὶ μὲ τοὺς τελώνας καὶ τοὺς ἁμαρτωλούς; 12 Ὁ Ἰησοῦς δέ, ὅταν ἤκουσε τοὺς λόγους τούτους, εἶπε πρὸς αὐτούς· Δὲν ἔχουν ἀνάγκην ἰατροῦ οἱ ὑγιεῖς, ἀλλ’ ἐκεῖνοι, ποὺ δὲν εἶναι καλὰ εἰς τὴν ὑγείαν τους καὶ εἶναι ἄρρωστοι. 13 Πηγαίνετε δὲ νὰ μάθετε, τί σημαίνει ἐκεῖνο, ποὺ εἶπεν ὁ προφήτης Ὡσηέ· Θέλω ἔλεος καὶ συμπάθειαν καὶ ὅχι ἐξωτερικὴν θυσίαν, ποὺ δὲν ἐμψυχώνεται ἀπὸ ἐσωτερικὴν ἀγαθὴν διάθεσιν καὶ εὐσπλαγχνίαν.Ἐγὼ ἠξεύρω τι κάνω.Διότι δὲν ἦλθα ἀπὸ τὸν οὐρανὸν διὰ νὰ καλέσω ἐκείνους, ποὺ νομίζουν τοὺς ἑαυτούς των δικαίους, ἀλλ’ ἦλθα νὰ καλέσω τοὺς ἁμαρτωλούς, διὰ νὰ μετανοήσουν καὶ νὰ σωθοῦν.

Σάββατο 8 Νοεμβρίου 2025

ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 09/11/2025

                                               


ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ’ ΛΟΥΚΑ       09/11/2025

«Η παις εγείρου»

 

Δύο θαύματα μάς διηγείται το Ευαγγελικό ανάγνωσμα σήμερα αγαπητοί αδελφοί. Τη θεραπεία της αιμορροούσης γυναίκας και την ανάσταση της θυγατρός του αρχισυνάγωγου Ιαείρου.

Πολλά θαύματα του Χριστού είναι καταγεγραμμένα στα Ευαγγέλια και πολλά άλλα δεν έχουν καταγραφεί. Έτσι μας πληροφορεί ο αγαπημένος μαθητής του Χριστού «Έστι δε και άλλα πολλά, α ουκ έστι γεγραμμένα εν τω βιβλίω τούτω» (Ιωάν.)

Γιατί έκανε τόσα πολλά θαύματα ο Χριστός μας αγαπητοί αδελφοί; Ανέστησε νεκρούς, θεράπευσε παράλυτους, έδωσε το φως σε τυφλούς, άνοιξε τα αυτιά κωφών, ελευθέρωσε δαιμονισμένους από την κυριαρχία του σατανά και στο τέλος έκανε το μεγαλύτερό Του θαύμα, αναστήθηκε από τους νεκρούς. Και μετά την Ανάληψή του, συνεχίζει να κάνει θαύματα μέσω των Αποστόλων και των Αγίων Του. «Θα είμαι μαζί σας και θα επικυρώνω με σημεία τα λόγια σας και τις ιεραποστολικές σας δραστηριότητες, μέχρι της συντελείας του αιώνος.» τους διαβεβαίωσε.

Τι θέλει να αποδείξει με το πλήθος αυτό των θαυμάτων Του ο Χριστός; Θέλει να δείξει σ’ όλους τους ανθρώπους και σε μας, ότι είναι ο Θεός! Το θαύμα είναι, τρόπον τινά, ένα γεγονός, που πραγματοποιείται αντίθετα προς τη φυσική ροή των πραγμάτων. Ένα γεγονός, που δεν μπορεί να δικαιολογηθεί με την ανθρώπινη λογική. Την υπερβαίνει. Το θαύμα είναι υπέρλογο. Είναι ένα γεγονός φυσιολογικό μόνο στη λογική του Θεού. Με πέντε ψωμιά και δυο ψάρια, δεν είναι δυνατόν να φάνε τόσες χιλιάδες άνθρωποι. Λέμε εμείς. Αυτό δηλαδή που είπαν οι Απόστολοι στο Χριστό. Η λογική όμως του Χριστού έλεγε άλλα πράγματα. Φέρτε εδώ τα λίγα ψωμιά και τα δυο ψάρια και βάλτε τον κόσμο να καθίσουν και μοιράζετέ τους. Στο τέλος αφού φάνε όλοι, μαζέψτε και τα περισσεύματα. Πώς γίνεται αυτό; Πώς μόνο με το άγγιγμα του φορέματος του Χριστού σταμάτησε σήμερα η αιμορραγία της γυναίκας; Πώς αναστήθηκε το πεθαμένο κοριτσάκι του Ιαείρου; Οι άνθρωποι «κατεγέλον αυτού» κορόιδευαν το Χριστό όταν τους είπε «μη κλαίτε γιατί το κοριτσάκι δεν πέθανε». Αφού ξέρανε ότι από ώρα είχε κοπεί το νήμα της ζωής της. Άλλα βλέπουν οι άνθρωποι και άλλα βλέπει ο Θεός. «Κορίτσι μου σήκω πάνω» λέει ο Χριστός και ο λόγος Του σταματάει τους φυσικούς νόμους. Ενώ η ψυχή του κοριτσιού έφυγε από το σώμα του, αφήνοντάς το νεκρό, μετά υπακούει στην προσταγή του Χριστού και επιστρέφει. «Όπου Θεός βούλεται νικάται φύσεως τάξις».

Διαβάζοντας τα θαύματα του Χριστού που είναι καταγεγραμμένα στα Ευαγγέλια, αγαπητοί αδελφοί και εμβαθύνοντας στη διδασκαλία Του, πολύ εύκολα καταλήγει κανείς στο συμπέρασμα ότι ο Χριστός είναι Θεός. Κάθε λεπτομέρεια της ζωής Του, κάθε λέξη της διδασκαλίας Του και κάθε θαύμα Του, βροντοφωνάζουν αυτό που είπε ο Πέτρος στον Κύριο όταν τον ρώτησε: «τίνα με λέγουσιν είναι οι άνθρωποι» δηλαδή τί γνώμη έχουν για μένα οι άνθρωποι; Και ο πρωτοκορυφαίος απάντησε: «Κύριε συ εί ο Υιός του Θεού» Είσαι ο Θεός. Το ίδιο ομολόγησε κάτω από τον Σταυρό και ο εκατόνταρχος όταν σκοτείνιασε ο ήλιος και όταν έτρεμε η γη κάτω από τα πόδια του από το μεγάλο σεισμό. «Αληθώς Θεού Υιός ην ούτος» αναφώνησε.

Ναι αδελφοί, και οι πέτρες φωνάζουν, με πρώτο τον λίθο του μνήματος, ότι ο Χριστός είναι Θεός. Αυτό φωνάζουν και οι Μάγοι που ήλθαν να Τον προσκυνήσουν νεογέννητο στη Βηθλεέμ. Αυτό μαρτυρούν και οι ποιμένες που έσπευσαν να γονατίσουν μπροστά Του ειδοποιημένοι από τους Αγγέλους. Και οι Άγγελοι, και οι άνθρωποι, και οι ουρανοί με το ανερμήνευτο αστέρι τους και η γη με το φτωχικό σπήλαιό της, βροντοφωνάζουν σιωπηλά, ότι το μωράκι που γεννήθηκε από την Παναγία Παρθένο, είναι ο Θεός που έγινε άνθρωπος. Ο Χριστός είναι και άνθρωπος και Θεός, είναι ο Θεάνθρωπος.

Αγαπητοί. Ο Χριστός δεν είναι απλώς ένας μεγάλος άνθρωπος. Ο Χριστός δεν είναι ένας μεγάλος προφήτης και διδάσκαλος. Δεν είναι ένας από τους μεγάλους μύστες. Τον υποβιβάζουν, Τον προσβάλλουν και Τον βλασφημούν, όσοι δεν Τον ομολογούν Θεόν. Ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού. Ο σωτήρας του κόσμου. Ο Σωτήρας μας. «Σώσον ημάς Υιέ Θεού ο αναστάς εκ νεκρών ψάλλοντάς Σοι, αλληλούια», «ο μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού αθάνατος υπάρχων…» του ψάλλουμε. Άπαγε της βλασφημίας, να αφήσουμε τον διάβολο να περάσει στο μυαλό μας τέτοιους βλάσφημους λογισμούς!

Για την θεότητα του Χριστού υπέφεραν τα πάνδεινα οι Άγιοι Μάρτυρες, από τον Πρωτομάρτυρα Στέφανο μέχρι τα εκατομμύρια των μαρτύρων όλων των αιώνων. Για να κηρύξουν την Ανάστασή Του, σκορπίστηκαν σ’ όλα τα πέρατα της οικουμένης οι Απόστολοι. Λιθοβολήθηκαν, σουβλίστηκαν, σταυρώθηκαν για τον αναστημένο Διδάσκαλό τους. Ο Απόστολος Παύλος γράφει στους Κορινθίους, ότι κήρυξαν το Χριστό «εν κόποις… εν πληγαίς… εν φυλακαίς…  εν θανάτοις πολλάκις… πεντάκις τεσσαράκοντα παρά μίαν έφαγον… τρις ερραβδίσθην, άπαξ ελιθάσθην… τρις εναυάγησα… κινδύνοις ποταμών… κινδύνοις ληστών… εν νηστείαις… εν ψύχει… εν γυμνότητι» (Β’ Κορ. 11 23 και εξής) και όλα αυτά για να μεταφέρει το μήνυμα της Αναστάσεως σ’ όλη την οικουμένη. Ήταν τόση η πίστη του στη θεότητα του Χριστού και τόση η αγάπη του, που έλεγε ότι από τότε που γνώρισα το Χριστό, έπαυσα να ζω όπως πρώτα. Ο Χριστός είναι μέσα μου και εγώ είμαι μέσα στο Χριστό. Από τότε που μου αποκαλύφθηκε ο Χριστός, δεν κάνω ότι θέλω εγώ, αλλ’ ότι θέλει Εκείνος. Να σταματήσουμε σ’ αυτό το σημείο αγαπητοί μου και να βγάλουμε τα δικά μας συμπεράσματα.

Η πίστη ότι ο Χριστός είναι Θεός  αλλάζει τα δεδομένα στη ζωή όλων των ανθρώπων. Δέος καταλαμβάνει το είναι σου με τη σκέψη αυτή. Τρέμουν τα χέρια σου όταν κρατάς το άγιο βιβλίο του Θεού στα χέρια σου. Αποφεύγεις να το ακουμπήσεις όπου να ‘ναι. Ρίγη σε συγκλονίζουν όταν βρίσκεσαι μπροστά στην εικόνα Του. Λόγοι ευχαριστίας και δοξολογίας έρχονται στα χείλη σου.  Διστάζεις να Του ζητήσεις οτιδήποτε, αφού σκέπτεσαι ότι τα ξέρει όλα. Είσαι σίγουρος ότι θα κάνει για σένα, ό,τι σου είναι χρήσιμο και ωφέλιμο, αφού είσαι βέβαιος ότι σε αγαπάει απεριόριστα. Αυθόρμητο έρχεται το γονάτισμα της μετανοίας αφού σε διαβεβαιώνει ότι σε αγαπάει επειδή είσαι αμαρτωλός. Από τα σιωπηλά χείλη Του ακούγεται η διαβεβαίωση: «Ούκ ήλθον καλέσαι δικαίους αλλά αμαρτωλούς.» Όταν πιστεύεις ακράδαντα ότι ο Χριστός είναι ο μόνος αληθινός Θεός, πώς θα τολμήσεις να φέρεις αντίρρηση στους λόγους Του;

Είναι γεμάτη χαρά η καρδιά του χριστιανού γιατί ελπίζει βάσιμα ότι θα πραγματοποιηθούν όλες οι υποσχέσεις Του. Όπως το διαβεβαιώνει ο Απόστολος Παύλος στους Κορινθίους. Η πίστη στη θεότητα του Χριστού, θερμαίνει την καρδιά του χριστιανού και εκείνη από τα βάθη της Του λέει: «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με.» Ο Απόστολος των εθνών, βίωνε αυτή τη βεβαιότητα και γι’ αυτό πήγαινε από τόπο σε τόπο για να κηρύξει την Ανάστασή Του. «Εάν ο Χριστός δεν είναι Θεός, τότε δεν αναστήθηκε και εάν δεν αναστήθηκε τότε είναι άδειο το κήρυγμά μας και μάταιη η πίστη μας» έλεγε. «Τότε εμείς οι χριστιανοί είμαστε οι δυστυχέστεροι των ανθρώπων.» Στους Αθηναίους έλεγε: « Ήλθα για να σας δείξω ποιος είναι ο άγνωστος – ο αληθινός Θεός που ψάχνετε, είναι αυτός που αναστήθηκε από τους νεκρούς, ο Ιησούς Χριστός.»

Αγαπητοί αδελφοί. Όλα διαλαλούν την θεότητα του Ιησού Χριστού. Οι προφητείες, η διδασκαλία Του, τα θαύματά Του, η Ανάστασή Του, οι θυσίες των εκατομμυρίων μαρτύρων. Προ πάντων την θεότητα του Χριστού μαρτυρεί στον καθένα μας το σκίρτημα, το φτερούγισμα της καρδιάς που νιώθουμε όταν Του μιλούμε στη προσευχή μας. Ένα μεγάλο ευχαριστώ σε Κείνον που από Θεός έγινε και άνθρωπος για να ενωθεί μαζί μας και να μας σώσει. (Λουκά Η’ 41-56)

Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2025

Κυριακὴ Z΄ Λουκᾶ – Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 9 Νοεμβρίου 2025


 ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Η´ 41 - 56



41 καὶ ἰδοὺ ἦλθεν ἀνὴρ ᾧ ὄνομα Ἰάειρος, καὶ οὗτος ἄρχων τῆς συναγωγῆς ὑπῆρχε· καὶ πεσὼν παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ παρεκάλει αὐτὸν εἰσελθεῖν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ, 42 ὅτι θυγάτηρ μονογενὴς ἦν αὐτῷ ὡς ἐτῶν δώδεκα καὶ αὕτη ἀπέθνῃσκεν. Ἐν δὲ τῷ ὑπάγειν αὐτὸν οἱ ὄχλοι συνέπνιγον αὐτόν. 43 καὶ γυνὴ οὖσα ἐν ῥύσει αἵματος ἀπὸ ἐτῶν δώδεκα, ἥτις ἰατροῖς προσαναλώσασα ὅλον τὸν βίον οὐκ ἴσχυσεν ὑπ’ οὐδενὸς θεραπευθῆναι, 44 προσελθοῦσα ὄπισθεν ἥψατο τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, καὶ παραχρῆμα ἔστη ἡ ῥύσις τοῦ αἵματος αὐτῆς. 45 καὶ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· Τίς ὁ ἁψάμενός μου; ἀρνουμένων δὲ πάντων εἶπεν ὁ Πέτρος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ· Ἐπιστάτα, οἱ ὄχλοι συνέχουσί σε καὶ ἀποθλίβουσι καὶ λέγεις τίς ὁ ἁψάμενός μου; 46 ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν· Ἥψατό μού τις· ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ’ ἐμοῦ. 47 ἰδοῦσα δὲ ἡ γυνὴ ὅτι οὐκ ἔλαθε, τρέμουσα ἦλθε καὶ προσπεσοῦσα αὐτῷ δι’ ἣν αἰτίαν ἥψατο αὐτοῦ ἀπήγγειλεν αὐτῷ ἐνώπιον παντὸς τοῦ λαοῦ, καὶ ὡς ἰάθη παραχρῆμα. 48 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· Θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην. 49 Ἔτι αὐτοῦ λαλοῦντος ἔρχεταί τις παρὰ τοῦ ἀρχισυναγώγου λέγων αὐτῷ ὅτι Τέθνηκεν ἡ θυγάτηρ σου· μὴ σκύλλε τὸν διδάσκαλον. 50 ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀκούσας ἀπεκρίθη αὐτῷ λέγων· Μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε, καὶ σωθήσεται. 51 ἐλθὼν δὲ εἰς τὴν οἰκίαν οὐκ ἀφῆκεν εἰσελθεῖν οὐδένα εἰ μὴ Πέτρον καὶ Ἰωάννην καὶ Ἰάκωβον καὶ τὸν πατέρα τῆς παιδὸς καὶ τὴν μητέρα. 52 ἔκλαιον δὲ πάντες καὶ ἐκόπτοντο αὐτήν. ὁ δὲ εἶπε· Μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει. 53 καὶ κατεγέλων αὐτοῦ, εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν. 54 αὐτὸς δὲ ἐκβαλὼν ἔξω πάντας καὶ κρατήσας τῆς χειρὸς αὐτῆς ἐφώνησε λέγων· Ἡ παῖς, ἐγείρου. 55 καὶ ἐπέστρεψε τὸ πνεῦμα αὐτῆς, καὶ ἀνέστη παραχρῆμα, καὶ διέταξεν αὐτῇ δοθῆναι φαγεῖν. 56 καὶ ἐξέστησαν οἱ γονεῖς αὐτῆς· ὁ δὲ παρήγγειλεν αὐτοῖς μηδενὶ εἰπεῖν τὸ γεγονός.


ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Η´ 41 - 56


41 Καὶ ἰδοὺ ἦλθεν εἰς τὸν Ἰησοῦν κάποιος ἄνθρωπος, ποὺ ὠνομάζετο Ἰάειρος. Καὶ ἦτο αὐτὸς ἄρχων τῆς συναγωγῆς. Καὶ ἀφοῦ ἔπεσε γονατιστὸς πλησίον τῶν ποδῶν τοῦ Ἰησοῦ, τὸν παρεκάλει νὰ ἔμβῃ εἰς τὸν οἶκον του· 42 διότι εἶχε κόρην μονάκριβον περίπου δώδεκα χρόνων, καὶ αὐτὴ ἦτο εἰς τὰ τελευταῖα της καὶ ἐπέθαινεν. Ὅταν δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐπήγαινε εἰς τὸ σπίτι τοῦ Ἰαείρου, τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ τὸν ἐστενοχώρουν καὶ τὸν ἐπίεζον. 43 Καὶ μία γυναῖκα, ποὺ ὑπέφερεν ἀπὸ αἱμορραγίαν πρὸ δώδεκα ἐτῶν, ἡ ὁποία μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα βάσανα τῆς ἀσθενείας εἶχεν ἐξοδεύσει ὅλην τὴν περιουσίαν της εἰς ἰατροὺς καὶ δὲν ἠδυνήθη νὰ θεραπευθῇ ἀπὸ κανένα, 44 ἀφοῦ ἐπλησίασεν ἀπὸ πίσω τὸν Ἰησοῦν, ὥστε νὰ μὴ τὴν ἀντιληφθῇ κανείς, ἐπειδὴ ἐντρέπετο νὰ γίνῃ φανερὸν τὸ νόσημά της, ἤγγισε τὸ ἄκρον τοῦ ἐξωτερικοῦ ἐνδύματός του καὶ παρευθὺς ἐσταμάτησεν ἡ αἱμορραγία της. 45 Καὶ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· Ποῖος εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ μὲ ἤγγισεν; Ἐπειδὴ δὲ ὅλοι οἱ τριγύρω ἠρνοῦντο, εἶπεν ὁ Πέτρος καὶ οἱ ἄλλοι μαθηταί, ποὺ ἦσαν μαζί του· Διδάσκαλε, τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ σὲ περιεκύκλωσαν καὶ σὲ πιέζουν· καὶ σὺ λέγεις· Ποῖος μὲ ἤγγισε; 46 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως εἶπε· Κάποιος μὲ ἤγγισε. Διότι ἐγὼ ἐκατάλαβα, ὅτι ἐβγῆκεν ἀπὸ ἐπάνω μου δύναμις θαυματουργική. 47 Ὅταν δὲ εἶδεν ἡ γυναῖκα, ὅτι δὲν ἐκρύφθη καὶ δὲν ἐξέφυγεν ἀπὸ τὸν Ἰησοῦν αὐτὸ ποὺ ἔκαμεν, ἦλθε τρέμουσα ἀπὸ τὸν φόβον της καὶ ἀφοῦ ἔπεσε γονατιστὴ πρὸ αὐτοῦ, διηγήθη εἰς αὐτὸν ἐμπρὸς εἰς ὅλον τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ τὴν αἰτίαν, διὰ τὴν ὁποίαν τὸν ἤγγισε, καὶ πῶς ἐθεραπεύθη ἀμέσως. 48 Ὁ Ἰησοῦς δὲ τῆς εἶπεν· Ἔχε θάρρος, κόρη μου· ἡ πεποίθησις ποὺ εἶχες, ὅτι θὰ εὕρισκες τὴν ὑγείαν σου, ἐὰν μὲ ἤγγιζες, αὐτὴ ἡ πίστις σου σὲ ἔχει θεραπεύσει. Πήγαινε εἰς τὸ καλό, εἰρηνικὴ καὶ ἐλευθέρα ἀπὸ κάθε ἀνησυχίαν, ποὺ ἐδοκίμαζες προτήτερα ἐξ αἰτίας τῆς ἀσθενείας σου. 49 Ἐνῷ δὲ ὡμίλει ἀκόμη ὁ Ἰησοῦς, ἦλθε κάποιος ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ ἀρχισυναγώγου καὶ τοῦ εἶπεν ὅτι ἀπέθανεν ἡ κόρη σου μὴ βάζης πλέον εἰς κόπον καὶ ἐνόχλησιν τὸν Διδάσκαλον. 50 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως, ὅταν ἤκουσε τὴν εἴδησιν αὐτήν, ἔδωκεν εἰς αὐτὸν τὴν ἀπάντησιν καὶ εἶπε· Μὴ φοβῆσαι, μόνον ἑξακολούθει νὰ πιστεύῃς καὶ θὰ σωθῇ ἀπὸ τὸν θάνατον ἡ κόρη σου. 51 Ὅταν δὲ ἦλθεν εἰς τὸ σπίτι τοῦ Ἰαείρου, δὲν ἀφῆκε νὰ ἔμβῃ κανεὶς ἄλλος εἰς τὸ δωμάτιον τῆς νεκρᾶς, παρὰ μόνον ὁ Πέτρος καὶ ὁ Ἰωάννης καὶ ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ πατέρας τοῦ κορασίου καὶ ἡ μητέρα. 52 Ἔκλαιον δὲ ὅλοι καὶ ἐκτυποῦσαν τὰ στήθη των καὶ τὰς κεφαλάς των διὰ τὴν νεκράν. Αὐτὸς δὲ τοὺς εἶπε· Μὴ κλαίετε· δὲν ἀπέθανεν, ἀλλὰ κοιμᾶται. 53 Καὶ τὸν περιγελοῦσαν, διότι ἦσαν βέβαιοι, ὅτι τὸ κοράσιον ἦτο πεθαμένον. 54 Αὐτὸς ὅμως, ἀφοῦ ἔβγαλεν ἔξω ὅλους καὶ ἔπιασε τὸ χέρι της, ἐφώναξε καὶ εἶπε· Κόρη, σήκω ἐπάνω. 55 Καὶ ἐπέστρεψεν εἰς τὸ σῶμα ἡ ψυχή της, καὶ ἀνεστήθη ἀμέσως· καὶ ὁ Ἰησοῦς διέταξε νὰ τῆς δοθῇ φαγητὸν νὰ φάγῃ διὰ νὰ ἀναλάβῃ δυνάμεις κατόπιν τῆς ἑξαντλήσεως, ποὺ τῆς εἶχε φέρει ἡ μακρὰ καὶ θανατηφόρος ἀσθένειά της. 56 Καὶ ἐκυριεύθησαν ἀπὸ βαθὺν καὶ μεγάλον θαυμασμὸν οἱ γονεῖς της. Ὁ δὲ Ἰησοῦς τοὺς παρήγγειλε νὰ μὴ εἶπουν εἰς κανένα τὸ γεγονός, διὰ νὰ μὴ ἐρεθίζεται ὁ φθόνος τῶν ἐχθρῶν του.